Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Η Ζυθοποιία: Το 1861 ο Wulle ίδρυσε την ομώνυμη ζυθοποιία στην Στουτγάρδη. Μετά από 17 χρόνια, ο Leicht ιδρύει και εκείνος στην ίδια πόλη, την ζυθοποιία Schwaben Brau της οποίας η μπύρα διανέμεται σε όλη την Γερμανία, με φορτηγά εκείνης της εποχής. Το 1888 ο Dinkelacker ιδρύει την ομώνυμη ζυθοποιία, η οποία λειτουργεί μέχρι και σήμερα με την επωνυμία Dinkelacker-Schwaben Brau. Το 1903 ο Sanwald ιδρύει και αυτός με την σειρά του την δική του ζυθοποιία παραγωγής λευκής σιταρένιας μπύρας από την οποία πήρε και το όνομα Weissbierbrauerei. Την ίδια χρονιά, λειτουργεί για πρώτη φορά στην Schwaben-Brau η πρώτη μηχανή αυτόματου γεμίσματος μπουκαλιών. Το 1971 η ζυθοποιία Dinkelacker αγοράζει την ζυθοποιία Wulle και μετά από έξι χρόνια αγοράζει και την ζυθοποιία Sanwald. Στην ουσία λοιπόν λειτουργούν δύο ξεχωριστά ζυθοποιεία, το Dinkelacker και το Schwaben Brau. Όχι για πολύ όμως, αφού το 1996 τα δύο μεγάλα ζυθοποιεία της Στουτγάρδης συγχωνεύονται. Το 2007 ο Wolfgang Dinkelacker, δισέγγονος του ιδρυτή της ομώνυμης ζυθοποιίας, αγοράζει το ζυθοποιείο Dinkelacker-Schwaben Brau, το οποίο ξαναγυρίζει στα χέρια ενός Dinkelacker. Η ζυθοποιία αυτή λειτουργεί μέχρι και σήμερα στην Στουτγάρδη, απασχολώντας περίπου 300 υπαλλήλους, παραμένοντας από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές ζυθοποιίες στην Γερμανία αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η Μπύρα: Είναι μια σκούρα ελαφριά μπύρα με αλκοόλ 4,9%. Σου προκαλεί εντύπωση η καβουρντισμένη γεύση της. Στην αρχή, όταν την δοκιμάζεις έχει μια γλυκύτητα η οποία όσο πιο πολύ παραμένει η μπύρα στον ουρανίσκο σου αρχίζει και πικρίζει. Το σώμα της είναι αραιό και σου θυμίζει αναψυκτικό, ο αφρός της ικανοποιητικός, χρώματος μπεζ κρατάει για αρκετή ώρα. Πίνεται ευχάριστα με συνοδεία αλλαντικών και μαλακών τυριών με διακριτικές γεύσεις, όπως επίσης και με ξηρούς καρπούς.
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Status Deluxe
Από μία ομάδα νέων ανθρώπων, με δημιουργό και επικεφαλής τον ζυθολόγο Βασίλη Στεργίου με σπουδές στο Πολυτεχνείο του Μονάχου, η Status έρχεται να δημιουργήσει μια νέα κατηγορία μπύρας DELUXE: Παράγεται με δύο είδη βύνης (κριθαριού και σιταριού) και με τη μέθοδο της τριπλής έγχυσης στο ζυθοβραστήριο. Είναι βυθοζυμωτή, αλλά υφίσταται θερμοκρασία κύριας ζύμωσης κάτω των 4°C, όταν οι κλασσικές μπύρες ζυμώνονται στους 7-13°C. Η θερμοκρασία έχει μεγάλη σημασία στην ωρίμανση της νέας μπύρας Status Deluxe. Με αυτές τις χαμηλές θερμοκρασίες, ακόμη και στην κύρια ζύμωση, αυξάνεται ο χρόνος διατηρησιμότητας και δημιουργείται σταθερός αφρός κατά το σερβίρισμα, εντείνοντας την αίσθηση της απόλυτης μοναδικής γεύσης Status Deluxe.
Θεσσαλική ΖΗΤΑ
Μια Premium Lager με μεστή γεύση, αρκετή πικράδα και πλούσια αρώματα εσπεριδοειδών. Μια νέα προσπάθεια με συνταγή της Θεσσαλικής ζυθοποιίας, φτιαγμένη στο ζυθοποιείο της Πειραικής. Μπύρα με ιδιαίτερο χαρακτήρα, αρωματική, ευχάριστη πικράδα, αλλά και δροσιστική. Κατάλληλη να πίνεται χωρίς συνοδεία μεζέ ή φαγητού, σε κάποια στιγμή που θέλουμε να ηρεμήσουμε απολαμβάνοντας το ποτό μας.
Θεσσαλική ΘΗΤΑ
Η δεύτερη μπύρα της νεοφώτιστης Θεσσαλικής ζυθοποιίας, μια Lager ελαφριά και δροσερή με ελαφρύ σώμα, μια καλοκαιρινή επιλογή και μια προσεγμένη ζυθοποίιση για καθημερινές απολαύσεις σκέτη ή με συνοδεία φαγητού. Καθαρή γεύση και οσμή, δροσιστική με κρυστάλλινη ξανθιά όψη, δίνει ευχαρίστηση σε ουρανίσκο, μύτη, μάτια.
Νήσος ''7 Μποφόρ''
Μπύρα Reserve Special Dark Ale, εποχιακή, πολύ μικρής παραγωγής. «Αν δεν ήταν η νέα ΝΗΣΟΣ, θα’ταν σφοδρή καταιγίδα στο «τρίγωνο των ανέμων» μεταξύ Τήνου, Δήλου και Μυκόνου, εκεί όπου βρίσκεται η ζυθοποιία. Ψημένο αβυνοποίητο κριθάρι, Τηνιακό μέλι, μαύρη Κορινθιακή σταφίδα και 5 εκλεκτές βύνες κριθαριού σε γενναίες ποσότητες, Αντλούν αρώματα από 2 ευγενείς Λυκίσκους και ωριμάζουν νωχελικά πάνω σε καμένο ξύλο Κυκλαδίτικης βελανιδιάς. Η ΝΗΣΟΣ 7 Μποφόρ, μια μπύρα με σκοτεινό χαρακτήρα και 7% αλκοόλ. Προετοιμαστείτε για μία διαφορετική, καινούρια γευστική εμπειρία. Πιείτε τη σε ποτήρι κόκκινου κρασιού ή κονιάκ, σε θερμοκρασία δωματίου, μόνη της ως ποτό, ή συνοδεύσετε την με κόκκινα κρέατα και παλαιωμένα τυριά. Απαστερίωτη, χωρίς συντηρητικά και πρόσθετα.
Voreia Stout
Είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού έξι διαφορετικών βυνών κριθαριού και της προσθήκης ατόφιου ελληνικού κριθαριού. Μια απαστερίωτη και αφιλτράριστη Ale που χαρακτηρίζεται από μαύρο χρώμα και καφέ κρεμώδες αφρό. Καβουρδισμένα αρώματα κάνουν έντονα της παρουσία τους, καθώς νότες σοκολάτας, καφέ και καραμέλας συνεργάζονται αρμονικά προσδίδοντας μια ιδιαίτερη αρωματική ταυτότητα στη νέα συνταγή. Η γεύση της είναι γεμάτη, κρεμώδης και γλυκιά στην αρχή, ενώ διακρίνεται μια ελαφριά οξύτητα καθώς η σοκολάτα, ο καφές και η καραμέλα έρχονται στο προσκήνιο, αφήνοντας στη συνέχεια μια έντονη επίγευση με μια αρκετά χορταστική πικράδα μαύρης σοκολάτας. Το σώμα της επιτηδευμένα γεμάτο και πυκνό, με τη ζύμωση να ξεκινά με 18 Plato, παρά το μέτριο για την κατηγορία αλκοόλ που αγγίζει τους 6 βαθμούς. Διατίθεται σε φιάλες 330 ml.
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Θα μπορούσαμε να γράψουμε άπειρες σελίδες για την μπύρα στην χώρα που σχεδόν έχει ταυτιστεί με αυτή. Η Γερμανία έχει αποτελέσει στους αιώνες ακρογωνιαίος λίθος στην γενικότερη ιστορία του ζύθου και έχει επηρεάσει κατά πολύ, τόσο με διάφορα είδη, σημαντικές εκδηλώσεις-φεστιβάλ, κανόνες πόσης, αποκλειστικά ποτήρια, τεραστίων διαστάσεων Ζυθοποιίες σε μια ολοκληρωμένη μπυρό-κουλτούρα που δύσκολα προσπερνάτε. Ας δούμε λοιπόν μερικά ιστορικά γεγονότα-καθεστώτα που προκλήθηκαν με την εμφάνισης της μπύρας.
Η μπύρα είχε ξεκινήσει να ζυθοποιείται για αρκετές χιλιάδες χρόνια πριν, αλλά όχι όπως την ξέρουμε. Μέχρι το 500 μ.Χ., η γερμανική λαϊκή τάξη κατανάλωνε την μπύρα με λεπτό σώμα από βρώμη και μερικές φορές μέλι. Η Ζυθοποιία, όπως και το ψήσιμο του ψωμιού, ήταν καθαρά γυναίκεια υπόθεση. Αρκετές εκατοντάδες χρόνια αργότερα, ο Χριστιανισμός είχε αποκτήσει μια ισχυρή θέση στη βόρεια Ευρώπη. Οι μοναχοί άρχισαν να ετοιμάζουν μπύρα, αρχικά για τον εαυτό τους και στη συνέχεια για τα προς το ζην. Με το καθεστώς «Klosterschenken», έδωσαν στον κόσμο μπύρα χωρίς κόστος. Έγιναν πολύ καλοί στην παραγωγή μπύρας, πολύ καλύτεροι από ότι ήταν οι τότε οικοζυθοποιοί. Αυτό γινόταν αφενός επειδή μπορούσαν να περάσουν περισσότερο χρόνο πάνω στην τέχνη από ό,τι οι νοικοκυρές και αφετέρου επειδή τα μοναστήρια ήταν τα εκπαιδευτικά και ερευνητικά κέντρα στην Ευρώπη.
Με τον 12ο-13ο αιώνα, εκατοντάδες μοναστήρια ζυθοποιούσαν. Κατάφεραν να κρατήσουν τις ζυθοποιίες και κατά τη διάρκεια λιμών. Βέβαια το υπόλοιπο της Γερμανίας δεν σταμάτησε να ''βράζει'' για τον εαυτό της μπύρα. Τα πρώτα "Völkerrecht" (νομικά δικαιώματα των ανθρώπων) περιλάμβαναν το πόση μπύρα προσφερόταν στους ευγενείς (ως φόρος ή πληρωμή), και όχι το πόσο μπορούσαν να κατασκευάσουν - διότι είχαν τη δυνατότητα να παράγουν όσο ήθελαν. Επειδή δεν είχαν πάντα τη δυνατότητα να ζυθοποιούν στα σπίτια τους λόγω κινδύνου πυρκαγιάς, οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν το κοινό φούρνο, στον οποίο είχαν συγκεκριμένες ημέρες για να ζυθοποιούν και να ψήνουν ψωμί. Η τέχνη της οικοζυθοποιίας ξεκίνησε με αυτόν τον τρόπο, χρησιμοποιώντας τον ίδιο κοινό χώρο, κάτι που προσέλκυσε την προσοχή της αριστοκρατίας η οποία ξεκίνησε τη φορολόγηση τους!!! Σε ορισμένες περιοχές, οι πόλεις φορολογούσαν τα οικόζυθοποιεία κάτι που οδήγησε στον μεσαιωνικό ταξικό νόμο "Grutrecht" που όριζε την είσπραξη των φόρων για κατανάλωση μπύρας.
Πριν από τον Γερμανικό νόμο περί Καθαρότητας, υπήρχαν διατάγματα που ονομάζονταν "Grutrechte," τα οποία παρείχαν το προνόμιο της κατασκευής μπύρας με χρήση gruitή πώληση αυτών. Grut (ή gruit) είναι ένα μείγμα από βότανα που χρησιμοποιούνταν για να σταθεροποιήσουν την μπύρα ώστε να καταστεί πόσιμη. Έδιναν στον κάτοχό το μονοπώλιο σε μια γεωγραφική περιοχή. Τα διατάγματα αυτά δινόντουσαν από τις πόλεις, την εκκλησία ή τους τοπικούς άρχοντες. Η πρώτη γραπτή αναφορά των Grut δικαιωμάτων ήταν το 10ο αιώνα μ.Χ. Τα δικαιώματα δίδονταν σε ανώτερες τάξης οικογενειών, εκκλησίες ή ολόκληρες πόλεις. Μερικές φορές, οι πόλεις προσπαθούσαν να επιβάλουν το μονοπώλιο τους πέρα από τα τείχη της πόλης, που λεγόταν «Meilenrecht," ή δικαιώματα μιλίου. Ένα μίλι μετριόνταν μεταξύ 7 και 11 χιλιόμετρα κατά τον Μεσαίωνα. Το "Meilenrecht" ήταν η αιτία πολλών διαφωνιών μεταξύ των πόλεων. Αυτές τις διαμάχες τις καλούσαν «Bierstreite" ή "Bierkriege" δηλαδή πόλεμοι μπύρας. Η χρήση του λυκίσκου απαγορεύεται κατά τη διάρκεια των Grut δικαιωμάτων, επειδή έσπαγε το μονοπώλιο τους. Ο λυκίσκος είχε γίνει ένα επιτρεπόμενο συστατικό λόγω της ικανότητάς του να κρατάει την μπύρα φρέσκια καθώς και λόγο του χαμηλότερου κόστους.
Τον 12ο αιώνα, γράφτηκε ο πρώτος νόμος που αναφέρεται στην ποιότητα της μπύρας. Όταν ένας ζυθοποιός έκανε κακή μπύρα θα έπρεπε να τιμωρηθεί. Στην πόλη της Βαϊμάρης γράφτηκε το 1348 ότι μόνο η βύνη και ο λυκίσκος πρέπει να χρησιμοποιείται για να φτιαχτεί μπύρα. Το 1393, η πόλη της Νυρεμβέργης απαγόρευσε οποιαδήποτε δημητριακά, εκτός του κριθαριού στην παρασκευή μπύρας, δεδομένου ότι το κριθάρι που θα θυσίαζαν δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για ψωμί. Το 1516, η γερμανική όμως Reinheitsgebot υπεγράφη στη Βαυαρία.
Με την άνοδο των εξαγωγών, η Γερμανία ανέπτυξε διάσημες πόλεις που συσχετίζονταν με την μπύρα. Τον 14ο αιώνα, η Βρέμη ήταν ο ενδιάμεσος σταθμός για τις εξαγωγές μπύρας στην Ολλανδία, την Αγγλία και τη Σκανδιναβία, στο Αμβούργο ήταν η ζυθοποιία του Hanse: Μέχρι το 1500 υπήρχαν περίπου 600 ζυθοποιεία εκεί. Το Hanse έξαγε μπύρα μέχρι την Ινδία. Το Braunschweig και το Einbeck, η γενέτειρα της μπύρας Bock, ήταν επίσης σημαντικές πόλεις.
1. Σε μεγάλο μπολ βάζουμε τα αλεύρια, το αλάτι, τη μαγιά, και ανακατεύουμε. Προσθέτουμε την μπύρα και το ξινόγαλα. Ανακατεύουμε για 30 δευτερόλεπτα να δημιουργηθεί μία κολλώδης ζύμη. Καλύπτουμε με μεμβράνη και αφήνουμε να σταθεί σε θερμοκρασία δωματίου για περίπου 18 ώρες, μέχρι να εμφανιστούν φυσαλίδες στην επιφάνεια της ζύμης και να τριπλασιαστεί σε όγκο. Η ζύμη θέλει τον χρόνο της να ωριμάσει.
2. Όταν φουσκώσει χρησιμοποιούμε μία σπάτουλα και την αδειάζουμε με μιας όλη μαζί στον πάγκο μας. Αλευρώνουμε τα χέρια μας και πιάνουμε τις άκρες της ζύμης και τις φέρνουμε στο κέντρο στρογγυλεύοντας το σχήμα της ζύμης.
3. Παίρνουμε καθαρή πετσέτα, την βάζουμε στον πάγκο μας και την πασπαλίζουμε με αλεύρι ολικής. Μαλακά τοποθετούμε την ζύμη πάνω στην αλευρωμένη πετσέτα, με τις ενώσεις προς τα κάτω. Αν κολλάει πολύ η ζύμη, πασπαλίζουμε με αλεύρι. Κλείνουμε διαγώνια την πετσέτα, να καλύψουμε καλά τη ζύμη, και την βάζουμε κοντά σε ζεστό και ξηρό σημείο, να διπλασιαστεί σε όγκο, για 2 ώρες.
4. Προθερμαίνουμε τον φούρνο πολύ καλά στους 230οC βάζοντας μέσα και μια γάστρα να ζεσταθεί καλά. Με προσοχή βγάζουμε την καυτή γάστρα από τον φούρνο. Γρήγορα τοποθετούμε μέσα τη ζύμη, με τις ενώσεις προς τα πάνω αυτή τη φορά. Σκεπάζουμε τη γάστρα και ψήνουμε για 30΄. Αφαιρούμε το καπάκι και συνεχίζουμε το ψήσιμο για περίπου 20΄, να ροδίσει καλά. Βγάζουμε με προσοχή το ψωμί σε σχάρα να κρυώσει ελαφρά.
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Η Ζυθοποιία: Είναι η πρώτη και μόνη trappist που παρασκευάζεται εκτός Ευρώπης με τα ευρωπαϊκά μοναστήρια να είχαν μέχρι τώρα το μονοπώλιο. Πιο συγκεκριμένα, ήταν 8 μοναστήρια (6 στο Βέλγιο, ένα στην Ολλανδία κι ένα στην Αυστρία) που είχαν το… ΠΟΠ για τις trappist μπύρες και ήταν τα μόνα αναγνωρισμένα από την International Trappist Association (ΙΤΑ) ότι παρήγαγαν αυθεντική trappist. Οι 63 μοναχοί, όμως, του μοναστηριού St. Joseph’s Abbey που βρίσκεται στην πολιτεία της Μασαχουσέτης, περίπου 1 ώρα από τη Βοστόνη, είπαν να φτιάξουν τη δική τους trappist μπύρα. Εδώ και 60 χρόνια έφτιαχναν μαρμελάδες. Πριν από μερικά χρόνια, ένας από τους μοναχούς εξέφρασε ενδιαφέρον για τη ζυθοποιία και έκανε εκπαίδευση σε μια τοπική μικροζυθοποιεία. Με την πάροδο του χρόνου, το πάθος για τη ζυθοποιία επηρέασε και κάποιους ακόμα, οι οποίοι αναγνώρισαν ότι η ζυθοποιία ήταν μια πολύ παραδοσιακή μοναστική επιχείρηση. Έτσι, όταν ήρθε η ώρα να χαραχθεί εκ νέου οικονομική πορεία για το μέλλον του μοναστηριού, η ιδέα ενός ζυθοποιείου κερδίσει την έλξη. Ωστόσο, προτού να μπορέσουν να καταλήξουν σε μια απόφαση, θα έπρεπε να αναπτύξουν την ιδέα της ζυθοποιίας σε ένα ρεαλιστικό σχέδιο. Επισκέφτηκαν κάθε Trappist ζυθοποιείο για να μάθουν ό,τι μπορούσαν από τους Ευρωπαίους αδελφούς-μοναχούς. Ξεκινώντας από το Αβαείο του Westmalle, έκαναν αργά τον γύρω του Βελγίου, με διαμονή σε μοναστήρια ώστε να κάνουν φίλους, να λάβουν καλές συμβουλές και να πιουν μερικές από τα καλύτερες μπύρες στον κόσμο. Η τελική στάση του ταξιδιού ήταν η Μονή του Sint Sixtus, της περίφημης Westvleteren. Μέχρι το τέλος του δεύτερου ταξιδιού και με πιο λεπτομερείς συζητήσεις, ήταν πλέον σίγουροι ότι είχαν το ρεαλιστικό σχέδιο για το νέο ζυθοποιείο. Έτσι επιστρέφοντας και κατά την μοναστική παράδοση, οι μοναχοί ψήφισαν και επιβεβαίωσαν το σχέδιο με συντριπτική πλειοψηφία - για να κατασκευάστει το πρώτο Trappist ζυθοποιείο της Αμερικής. Στην αρχή, οι μοναχοί από την Ευρώπη δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι την πρωτοβουλία των Αμερικάνων αδελφών βλέποντας τον ανταγωνισμό να μεγαλώνει. Μετά όμως από τα ταξίδια, των τελευταίων στο Βέλγιο κάμφθηκαν οι επιφυλάξεις των Ευρωπαίων μοναχών κι εκτός από την ευχή τους, τους έδωσαν τα μυστικά της παραγωγής της trappist μπύρας. Τα μοναστήρια, λοιπόν, από 8 έγιναν 9 και το St. Joseph’s Abbey έγραψε ιστορία αφού έγινε το πρώτο μη ευρωπαϊκό μοναστήρι που παράγει αυθεντική trappist μπύρα.
Η Μπύρα: Η συνταγή είναι εμπνευσμένη από τις παραδοσιακές ΄΄πρώτες'' μπύρες γνωστές ως patersbier («μπύρα πατέρα» στα φλαμανδικά) του Βελγίου. Αυτές οι session μπύρες που παράγονται από τους μοναχούς για λογαριασμό τους είναι συνήθως διαθέσιμες μόνο στο μοναστήρι. Η Spencer είναι μια σωματώδη, με χρυσή απόχρωση ale, φρουτώδη τόνους, στεγνό φινίρισμα και ελαφριά πικράδα λυκίσκου. Είναι αφιλτράριστη και μη παστεριωμένη, διατηρώντας ζωντανή τη μαγιά και το ανθρακικό της μπύρας στο μπουκάλι και το βαρέλι ώστε να συμβάλλει στη γεύση και το άρωμα της μπύρας.
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια παρατηρείται η «άνθιση» μιας πολύ ενεργής «ζυθο-λατρικής» κουλτούρας. Ολοένα και περισσότεροι φίλοι της μπύρας συλλέγουν και δοκιμάζουν «ψαγμένες» μπύρες από την Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο. Για τις εγχώριες ετικέτες, οι περισσότερες από αυτές προέρχονται από τις μικρο-ζυθοποιίες που μοιάζουν να πληθαίνουν συνεχώς! Τι είναι αυτό όμως που τις διαφοροποιεί από τους κολοσσούς του χώρου? Αφού εξετάσουμε κάποιες διαφορές θα δούμε τι σημαίνει μικροζυθοποιία αλλά και το εγχώριο τοπίο.
Ποιες είναι οι κυριότερες διαφορές?
Μια κύρια διαφορά μεταξύ τους, που έχει να κάνει με τις ποσότητες, είναι ότι οι μικρο-ζυθοποιίεςσυνήθως κατασκευάζονται από μια μικρής κλίμακας εταιρεία, (κάτι το οποίο πλέον δεν ισχύει απόλυτα) η οποία κάνει την μπύρα της σε μικρές παρτίδες περιορισμένης διανομής ενώ μια μάκρο-ζυθοποιίαείναι μια μαζικής παραγωγής μπύρα σε πολύ μεγάλες ποσότητες, φτηνότερη τιμή και γίνεται για τη διανομή σε καταστήματα αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Οι μάκρο-ζυθοποιίες παράγουν συνήθως κοντά ή πάνω από 100 εκατομμύρια βαρέλια μπύρας ετησίως. Ένα μικρο-ζυθοποιείο όμως ταξινομείται και σε μικρότερες κλίμακες, σύμφωνα με την ποσότητα μπύρας που παράγει ετησίως. Στον πιο τεχνικό ορισμό, μια μικρο-ζυθοποιία παράγει λιγότερο από 15.000 βαρέλια μπύρας ετησίως και πωλεί λιγότερο από το 75% της παραγωγής μακριά από την τοποθεσία της. Αυτό που σίγουρα χαρακτηρίζει μια μικρο-ζυθοποιία είναι η παραγωγή απαστερίωτης μπύρας, η οποία με αυτόν τον τρόπο εκφράζει μοναδική, αρωματική και γευστική πολυπλοκότητα, έχει όμως πολύ μικρότερο χρόνο ζωής από τις μαζικές μπύρες που πωλούνται σε ευρεία κλίμακα. Επίσης δεν υπάρχουν ακριβείς οδηγίες που καθορίζουν τις τεχνικές ή τα συστατικά σε μια μικρο-ζυθοποιεία που χρησιμοποιεί για την παραγωγή μπύρας με αποτέλεσμα να οργιάζει ο πειραματισμός στις συνταγές, εν αντίθεσή με την τυποποίηση που ακολουθείτε στις μάκρο-ζυθοποιίες.
Μια διαφορά ακόμα, που θα έλεγα ότι είναι και η σημαντικότερη έχει να κάνει με τη διαδικασία παραγωγής. Οι μάκρο-ζυθοποιίες χρησιμοποιούν πολλά από αυτά που ονομάζουμε πρόσθετα, ή διάφορες πηγές αμύλων και σακχάρων, προκειμένου να δημιουργήσουν το αλκοόλ τους. Επειδή λοιπόν παράγουν τεράστιες ποσότητες, με φθηνότερα συστατικά το εύρος του κέρδους μπορεί να εκτοξευτεί. Αντιθέτως στις μικρο-ζυθοποιίες το ενδιαφέρον εστιάζετε περισσότερο στην ποιότητα παρά στην ποσότητα και γι'αυτό χρησιμοποιούν πολύ πιο υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες κάτι που τις καθιστά αυτομάτως και ακριβότερες στην αγορά. Ο λόγος ύπαρξης των μικροζυθοποιείων είναι να προσφέρουν ποιοτικά, διαφοροποιημένα, καινοτόμα προϊόντα, που στηρίζονται στην ποιότητα των πρώτων υλών, στην υιοθέτηση πρωτότυπων συνταγών και στην ανάδειξη γεύσεων που διαφέρουν. Μεταφορικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι macrobrews είναι μηχανικοί ενώ οι microbrews τεχνίτες.
Τι σημαίνει ο όρος Μικροζυθοποιία?
Η ελληνική νομοθεσία ορίζει ως μικροζυθοποιίες τις μονάδες με ετήσια παραγωγή μικρότερη των 20 εκατομμυρίων λίτρων μπύρας, καθώς το συγκεκριμένο όριο σχετίζεται με την καταβολή μειωμένου Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης. Ο ορισμός του μικροζυθοποιείου δεν πρέπει όμως να σχετίζεται μόνο με τον ποσοτικό προσδιορισμό της ετήσιας παραγωγής, αλλά κυρίως με τη φιλοσοφία και τους ποιοτικούς στόχους της παραγωγής. Η υψηλή ποιότητα των πρώτων υλών, η προσεκτική μεταποίησή τους, η ακριβής τήρηση και εφαρμογή των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας στην παραγωγή και τυποποίηση είναι ορισμένα από τα βασικά μυστικά της καλής μπύρας. Eδώ και αρκετά χρόνια, την ώρα που τα φορτηγά εταιρειών-γιγάντων του ζύθου οργώνουν τον πλανήτη, οι λιλιπούτειοι της μπύρας εντείνουν τις δραστηριότητές τους σε ένα παράλληλο σύμπαν: την μικροζυθοποιία (microbrewery), που τοποθετείται νευραλγικά κάπου ανάμεσα στη σπιτική παραγωγή (μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της μπύρας) και στη βιομηχανία. Με εκφραστική ταυτότητα και γευστική δυναμική, έχει καταφέρει –παρά το μικρό της μερίδιο στην αγορά– να γίνει παγκόσμια τάση που μεταδίδεται τάχιστα.
Ο όρος «μικροζυθοποιία» όμως είναι νέας κοπής – εμφανίστηκε μόλις στα τέλη του 20ού αιώνα. Ιδιαίτερα σαφής δεν είναι, πέρα από το αυτονόητο, ό,τι δηλαδή σημαίνει μια μικρή ζυθοποιία. Πόσο λιγότερα βαρέλια/εκατόλιτρα πρέπει να παράγει σε σχέση με μια μεγάλη ζυθοποιία, είναι θέμα που ορίζει κάθε χώρα ξεχωριστά – αν υποθέσουμε ότι η συγκεκριμένη χώρα έχει μπει στη διαδικασία να το οριοθετήσει. Για να επιστρέψουμε στην ιστορία του όρου, πρωτοχρησιμοποιήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία για να περιγράψει τη νέα γενιά ανεξάρτητων ζυθοποιείων που αναπτύχθηκαν στα τέλη του ’70, με μια επαναπροσέγγιση του ζητήματος «μπύρα» που ξέφευγε τελείως από το αλκοολούχο αναψυκτικό και τη φθηνή lager με την οποία οι Άγγλοι είχαν ταυτιστεί. Υιοθετήθηκε από τους Αμερικανούς μια δεκαετία αργότερα, όταν η μικρής κλίμακας παραγωγή άρχισε να ανθεί και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού (συνεπακόλουθο εδώ και η πρόοδος της σπιτικής παραγωγής, πολύ μεγαλύτερης από οπουδήποτε αλλού). Και πολύ γρήγορα, κι εδώ είναι το θέμα, μετατοπίστηκε στα περισσότερα μέρη του κόσμου ακόμα και στα οινοκρατούμενα! Τα μικρά καζάνια και οι περιορισμένες δεξαμενές σε ζυθεστιατόρια, pub και μικρά ζυθοποιεία ζύμωσαν την επανάσταση, με μπύρες που ξέφευγαν πολύ από τις ξανθές τής μαζικής κατανάλωσης και της εμπορικής κυκλοφορίας. Χαρακτηριστικό τους τα χρώματα μιας πλούσιας και ζωντανής παλέτας, αλλά και χιλιάδες γήινα αρώματα, μπαχαρικά, φρούτα και λουλούδια.
Στην χώρα μας?
Σε εμάς, η κουλτούρα της περιορισμένης και ελεγχόμενης παραγωγής μπύρας καθυστέρησε. Οι πρώτοι αφροί και το πρώτο ποτήρι από ελληνική μικροζυθοποιία σερβιρίστηκε –μετά από δυσκολίες με τη νομοθεσία και τη γραφειοκρατία– από τον Παύλο Εμμανουηλίδη το 1997, στο ζυθεστιατόριό του στην πλατεία Χαλανδρίου. Η αλλαγή της χιλιετίας αυτόματα σήμανε και την αλλαγή στα εγχώρια δεδομένα μπύίρας. Οι ελληνικές μικροζυθοποιίες άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού και, όπως φαίνεται, σε έδαφος αρχικά δύσκολο, αλλά πρόσφορο, με δυνατότητες γόνιμες και επεκτατικές. Η ιστορία τους είναι σαν παραμύθι· καθηγητές, φαρμακοποιοί, μαθηματικοί, επιχειρηματίες, αλλά και τυχοδιώκτες, τολμηροί, ονειροπόλοι, έκαναν πραγματικότητα ένα αφρώδες ρίσκο, έναν κοινό παρανομαστή: το πάθος για το ιδιαίτερο ζυθογλεύκος που σιγοβράζει. Το ταξίδι είναι μεγάλο! Σε μεταφέρει στην Κρήτη, την Εύβοια, την Αθήνα, την Τήνο, τον Πειραιά, την Κόρινθο, την Πάτρα, την Άρτα, το Άργος, τη Ρόδο, την Κέρκυρα, τη Σαντορίνη και την Β.Ελλάδα και σε αυτό το ζυθοχάρτη μπορείς να δοκιμάσεις τις ελληνικές μπύρες σερβιρισμένες από τους ίδιους τους εμπνευστές τους. Τα ελληνικά μικροζυθοποιεία βρίσκονται σε δημιουργική έξαρση, ξεπερνούν τις δυσκολίες της γραφειοκρατίας και διανομής, ζυμώνουν μπύρες και συνειδήσεις, και μας προκαλούν να σκεφτούμε τις επιλογές μας την επόμενη φορά που θα διαλέξουμε την μπυρίσια συντροφιά μας. ''Οι Έλληνες τα καταφέρνουν και στην μπύρα'', ήταν τα λόγια ενός Γερμανού δημοσιογράφου από το κανάλι ZDF, ο οποίος επισκέφτηκε τη ζυθοποιία Corfu και δήλωσε ότι με τέτοιες ενέργειες και τέτοιους μικρούς παραγωγούς, η χώρα μπορεί να βγει ακόμη κι από την κρίση.
Το φαινόμενο microbrewery εξελίσσεται παγκοσμίως σε λατρεία για τους πιστούς του. Η ραγδαία ανανέωση του αφρισμένου τοπίου διαδίδεται ταχέως και στην Ελλάδα ξαφνιάζοντας ακόμη και τους ίδιους τους μικροζυθοποιούς. Η μαγιά είναι καλή, το δείχνει η γευσιγνωσία...
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Ήπια ανάκαμψη κατά 2,8% σημείωσε το 2013 η εγχώρια κατανάλωση μπύρας και διαμορφώθηκε στα 3,96 εκατ. εκατόλιτρα, μετά από μια πενταετία διαρκούς πτώσης, μεταβολή που αποδίδεται στην αύξηση της εντός οικίας κατανάλωσης, όπως προκύπτει από μελέτη της Infobank Hellastat AE (IBHS) που εξετάζει τον εγχώριο κλάδο της ζυθοποιίας.
Σύμφωνα με την IBHS, η υποχώρηση που εμφάνισε τα προηγούμενα χρόνια η αγορά ήταν αρκετά μικρότερη έναντι των ανταγωνιστικών βαριών αλκοολούχων ποτών, καθώς οι Έλληνες καταναλωτές είτε μειώνουν την κατανάλωσή τους, είτε τα αντικαθιστούν με πιο φθηνά ποτά, όπως η μπύρα και το κρασί, αφού οι τιμές τους έχουν αυξηθεί σημαντικά λόγω της υψηλής φορολόγησης.
Η άνοδος του 2013 τροφοδοτήθηκε και από την ανάπτυξη αρκετών κωδικών με εκτεταμένο εύρος τιμών, ιδίως στον τομέα των "value for money" προϊόντων, σύμφωνα με την IBHS. Επίσης, η τουριστική κίνηση ενισχύθηκε σημαντικά, με τις αφίξεις αλλοδαπών τουριστών να αυξάνονται κατά 15,5%, στους 17,9 εκ. επισκέπτες.
Πάντως, το 2014 σημειώθηκε –σύμφωνα με εκτιμήσεις- νέα υποχώρηση 3% σε όγκο, παρά τη σημαντική άνοδο της εισερχόμενη τουριστικής κίνησης, καθώς η πλειοψηφία των τουριστών επιλέγει πλέον all inclusive υπηρεσίες, ενώ οι καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δεν ευνόησαν την κατανάλωση.
Σημαντική εξέλιξη αποτελεί η εξαγορά της Ολυμπιακής Ζυθοποιίας ΑΕ από τη Μύθος Ζυθοποιία ΑΕ του Ομίλου Carlsberg. Η κίνηση αυτή, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, θα διαφοροποιήσει σημαντικά τα μερίδια αγοράς του κλάδου, καθώς το νέο σχήμα, συγκεντρώνοντας μερίδιο που αναμένεται να διαμορφωθεί περίπου στο 30%, θα αποτελέσει έναν ισχυρό ανταγωνιστή για την Αθηναϊκή Ζυθοποιία ΑΕ.
Σύμφωνα με τον κ. Χρυσόστομο Κάτση, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Infobank Hellastat, «Η χαμηλή κατά κεφαλή κατανάλωση δεικνύει ότι η αγορά ενέχει προοπτικές ανάπτυξης, όχι όμως σε σημαντικό βαθμό, καθώς πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα καταναλωτικά πρότυπα μεταξύ Ελλήνων και άλλων Ευρωπαίων πολιτών διαφέρουν σημαντικά. Πιο ευοίωνες προοπτικές ενέχουν τα προϊόντα εγχώριας παραγωγής, τα οποία έχουν ήδη αρχίσει να υποκαθιστούν σταδιακά τα εισαγόμενα εμπορικά σήματα».
Στη μελέτη της IBHS αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις οκτώ επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα, ο κύκλος εργασιών το 2013 υποχώρησε περαιτέρω κατά 2,2%, στα 491 εκατ. ευρώ, μείωση που προήλθε από την Αθηναϊκή Ζυθοποιία ΑΕ.
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Στον καιρό ύπαρξής του blog έχουμε παρουσιάσει κάποιες-λίγες μπυραρίες στην περιοχή της Αθήνας περισσότερο! Η λίστα σιγά-σιγά θα μεγαλώνει από reviews μαγαζιών του Λεκανοπέδιου αλλά και της επαρχίας! Ήρθε λοιπόν η στιγμή να καλύψουμε το μαγαζί που δεσπόζει πάνω από 20 χρόνια στην Αθήνα και φέρει το τίτλο του ''πατέρα'' στην κατηγορία! Ε,ναι λοιπόν μιλάω για την αλυσίδα Beer Academy που πολύ πιθανώς να ήταν και η πρώτη μπυραρία (όπως εγώ) που επισκεφτήκατε στις πρώτες ανέμελες εξόδους του Λυκείου, τότε που η μπύρα στην χώρα μας χαρακτηριζόταν ως καλοκαιρινό,ξανθό,παγωμένο (αυστηρά) ''αναψυκτικό''. Τα πράγματα από τότε έχουν αλλάξει και σε αυτό έχει βοηθήσει πολύ η πορεία αυτού του brand! Σε αυτό το άρθρο ουσιαστικά δεν θα μάθετε κάτι καινούργιο απλά επειδή σεβόμαστε τον εαυτό μας αποτελεί φόρο τιμής μία μνεία σε έναν κολοσσό στον χώρο της μπύρας στην χώρα μας. Ας δούμε λίγο όμως τα πρώτα της βήματα στην νυχτερινή Αθήνα...
Το 1992 ο κος Ιωάννης Σ. Αδάμης αποφασίζει να ανοίξει το πρώτο του εστιατόριο “Beer Academy”. Μία μπυραρία με ευρωπαϊκό αέρα, στην καρδιά της πρωτεύουσας! Συνοδευμένος από μια οργανωμένη ομάδα πραγματοποίησε ένα πολύμηνο ταξίδι στην Ευρώπη με ένα και μοναδικό στόχο, να γνωρίσουν τα πάντα γύρω από την μπύρα και τις γεύσεις που την συνοδεύουν ώστε να δημιουργήσουν την πρώτη αυθεντική μπυραρία στην Ελλάδα. Επιστρέφουν με ένα container γεμάτο με εκατοντάδες άγνωστες μπύρες, με περίεργα μπουκάλια, πρωτόγνωρες και ξεχωριστές συνταγές, ποτήρια και σκεύη μοναδικού σχήματος. Έτσι παίρνει σάρκα και οστά το πρώτο Beer Academy Restaurant στην Στουρνάρη. Το εστιατόριο δημιούργησε νέα δεδομένα στον τρόπο εξόδου των Ελλήνων, τους έμαθε ότι οι μπύρες δεν είναι μόνο ξανθές και είχαν την δυνατότητα να επιλέξουν σε πάνω από 300 είδη…. Το «Βeer Αcademy» κατάφερε να εδραιωθεί στις συνειδήσεις των καταναλωτών και να δημιουργήσει μια ολόκληρη φιλοσοφία γύρω από την μπύρα, έγινε συνώνυμο της αυτής, του καλού φαγητού και της καλής παρέας, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί μια πολύ καλή επιχειρηματική πρόταση. Αυτή ήταν η αρχή της επιτυχίας της αλυσίδας Beer Academy Restaurant! Από τότε μέχρι σήμερα άνοιξαν καινούργια μαγαζιά, αλλά έκλεισαν όμως η αγάπη του Έλληνα για την ποιοτική μπύρα κατάφερε να κρατήσει ψηλά το λάβαρο και το Beer Academy υποδέχεται όλο αυτόν τον κόσμο στο ολοκαίνουργιο κατάστημα στην Καισαριανή που θα εμπλουτίσει το άρθρο μας!
Όταν το παλιό παντρεύεται με το νέο, η εμπειρία με τον αυθορμητισμό και η κλασσική συνταγή με την καινοτομία, τότε ο συνδυασμός που προκύπτει είναι μία ώριμη πρόκληση. Όταν τα παραπάνω σχετίζονται με την γεύση και την διασκέδαση, μιλάμε για την νέα γενιά του Beer Academy. Ένας χώρος για όλα τα γούστα. Απολαύστε το δείπνο σας στο roof garden, με θέα το Λυκαβηττό ή ένα δροσερό cocktail στο ειδικά διαμορφωμένο ροκ χώρο του μαγαζιού. Εκεί γίνονται και όλα τα events, όπως live μουσικές βραδιές, dj nights, parties, παιχνίδια με μπύρα και πολλές ακόμα εκπλήξεις. Οι ιδιοκτήτες Σπύρος Αδάμης και Βασίλης Σωτηρόπουλος εξηγούν παρακάτω γιατί το Home έγινε στέκι για τους λάτρεις της μπύρας και όχι μόνο.
«Προσπαθούμε να στηρίζουμε την ελληνική ζυθοποιία διαλέγοντας μετά από μεγάλη και εντατική έρευνα. Θα έλεγα ότι ο τελικός κατάλογος διαμορφώθηκε από τις ελίτ των μπυρών. Οι περισσότερες είναι φρέσκιες και απαστερίωτες. Μεταφέρονται σε ψυγεία και καταναλώνονται το συντομότερο δυνατόν». Οι επιλογές σε μπύρες καλύπτουν όλα τα γούστα και όλες τις διαθέσεις, προσθέτει ο Σπύρος. Στο Beer Academy Home έχει κάποιος την δυνατότητα να επιλέξει από εβδομήντα μπουκάλια και οχτώ βαρέλια, πάντα με την βοήθεια του προσωπικού που σε καθοδηγεί με βάση τα γούστα σου, ειδικά αν είσαι στην κατηγορία του πρωτάρη.«Ο ρόλος του προσωπικού και ο δικός μας εδώ είναι να καθοδηγήσουμε τον πελάτη στο να γνωρίσει καινούριες γεύσεις ή ακόμα και να τον παροτρύνουμε να παραγγείλει κάτι που θα ταιριάζει με την διάθεση της στιγμής. Εμένα οι αγαπημένοι μου πελάτες είναι αυτοί που λένε πως δεν πίνουν μπύρα. Εκεί ξεκινάει για μένα η διαδικασία να βρω την γεύση που του ταιριάζει. Απάντηση στο ποια είναι η αγαπημένη μου μπύρα δεν υπάρχει. Έχει να κάνει με το αν θέλω να την συνδυάσω με κάποιο πιάτο, αν έχω όρεξη για κάτι ελαφρύ, φρουτώδες ή κάτι πιο δυνατό σε γεύση και αλκοόλ. Αυτό που δεν θα βρεις εδώ είναι οι εμπορικές εταιρίες μπύρας. Δεν θέλουμε αυτός που θα έρθει να φύγει με αυτό που ξέρει. Θέλουμε να δοκιμάσει κάτι καινούριο. Η ατάκα του μαγαζιού είναι: “Κανείς αδιάβαστος δεν μπαίνει, αλλά εγώ θα το άλλαζα σε: Κανένας αδιάβαστος δε βγαίνει”»
Διευθυνση: Εθνικής Αντιστάσεως 4, Καισαριάνη Τηλέφωνο: 210 7011108 Website
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Τον τελευταίο καιρό βομβαρδίζομαι με αναρτήσεις στο group του blog στο facebook από μια σελίδα εν ονόματι ''Hoppy Pub'' και ''Hoppy Imports Co.'' με την μεν πρώτη να αποτελεί γνώριμη μπυραρία της συμπρωτέυουσας (που δυστυχώς δεν έχω επισκεφτεί) και την δεύτερη να μου κινεί το ενδιαφέρον να ανακαλύψω τι ακριβώς πρεσβεύει. Οι διάφορες και σπάνιες για την χώρα μας ετικέτες μπύρας που μοστράρουν, αλλά και οι φορτωμένες παλέτες στις φωτογραφίες με πονηρεύουν ότι κάτι καλό κρύβετε που πρέπει να μαθευτεί. Έτσι αποφάσισα να συνομιλήσω με τον Γιώργο Αλεξάκη έναν από τους δύο ιδιοκτήτες της ολοκαίνουργιας εισαγωγικής που ακούει στο όνομα ''Hoppy Imports Co.''
Beeroskopio: Καλησπέρα Γιώργο, θα ήθελες να μας δώσεις μερικές πληροφορίες για το εγχείρημά σας ώστε να σας μάθει και ο κόσμος? Τι ακριβώς παίζει με το Hoppy Imports Co.?
George Alexakis:Kαλησπέρα Παναγιώτη. Είμαι ο Γιώργος από την Hoppy Pub και ένας εκ των δύο υπευθύνων της Hoppy Imports Co. με συνοδοιπόρο τον Κωνσταντίνο Πουγάτσια. H Hoppy Imports Co γεννήθηκε από την αγάπη μας για τον ποιοτικό ζύθο, μιας και πρώτα απ' όλα είμαστε κι εμείς λάτρεις αυτού. Η γνωριμία μου με τον συνέταιρο μου και πάνω απ' όλα αδερφικό φίλο μου Κώστα Πουγάτσια, έγινε μέσα από την Hoppy Pub, ένα από τα σημαντικά μπυροσημεία της χώρας μας. Ακολούθησαν και υπήρξαν πολλά μπυροταξίδια και επισκέψεις σε δεκάδες craft μικροζυθοποιίες σε πολλά σημεία του κόσμου (Αγγλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Γερμανία, Αμερική, Ιταλία κπα). με σκοπό πάντα την εύρεση και εισαγωγή στη χώρα μας νέων καταπληκτικών μπυρογέυσεων.
Beeroskopio: Πως θυμάσαι τον εαυτό σου να ξεκινάει την εμμονή με την μπύρα? Σίγουρα θα είσαι και οικοζυθοποιός!
George Alexakis: Πάντα μου άρεσε η μπύρα. Πάντα δοκίμαζα ότι νέα ετικέτα έβρισκα μπροστά μου, άλλες φορές με καλές εντυπώσεις κι άλλες όχι... Η εμμονή βέβαια ξεκίνησε όταν γνώρισα τους Μπυραματιστές και ειδικά τον Xρήστο (Mixos) ο οποίος με μια και μόνο μπύρα που μου έδωσε να δοκιμάσω μου άλλαξε ότι είχα στο μυαλό μου για την μπύρα. Μετά άρχισαν οι παραγγελίες από το εξωτερικό για ιδία κατανάλωση, τα ταξίδια σε φεστιβάλ και ζυθοποιίες, η δημιουργία κελαριού παλαίωσης μπύρας και σιγά σιγά φτάσαμε στην Hoppy Pub και την Hoppy Imports Co.!!! Είμαι Homebrewer όπως κι συνέταιρος μου ο Κώστας και πολύ σύντομα θα κυκλοφορήσουμε και την πρώτη μας μπύρα σε συνεργασία με ζυθοποιία του εξωτερικού...
Beeroskopio: Ποιος είναι ο σκοπός σας?
George Alexakis: Εγώ είχα ξεκινήσει ήδη την εισαγωγή μπύρας για τα μαγαζιά μου (ΙPAnema beer bar, Hoppy Pub) και αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε την Hoppy Imports Co με σκοπό την εξάπλωση και διάδοση της παγκόσμιας craft beer σκηνής στη χώρα μας. Το κοινό στην Ελλάδα χρειάζεται (δυστυχώς) κάποια εκπαίδευση στο χώρο της ποιοτικής μπύρας, μιας και ποτέ δεν ήταν στην κουλτούρα του Έλληνα η μπύρα και αυτό βοήθησε στην ανάπτυξη άγευστων μονοπώλιον. Αποφασίσαμε λοιπόν να βάλουμε κι εμείς ένα λιθαράκι στην διάδοση κι εκπαίδευση των φίλων μπυρολατρών, με την εισαγωγή και διανομή μπυρών που κάποτε ήταν άπιαστο όνειρο ακόμα και για τους γνώστες...
Beeroskopio: Ουσιαστικά δηλαδή είστε μια νέα εισαγωγική εταιρία όπως η Deals π.χ. η κάτι διαφορετικό?
George Alexakis: Ναι είμαστε μια νέα εισαγωγική εταιρία φυσικά σε πολύ μικρότερη κλίμακα απ' ότι η Deals, και εισάγουμε μόνο craft μπύρες. Ξεκινήσαμε δειλά - δειλά πριν από ένα τρίμηνο και γι αρχή εισάγουμε και διανέμουμε αποκλειστικά μπύρες από προσωπικούς μας φίλους ζυθοποιούς.
Beeroskopio: Μπορεί κάποιος να αγοράσει από τις εισαγωγές σας εκτός μπυραρίας και πώς?
George Alexakis: Πουλάμε τις μπύρες μας χονδρικά και λιανικά. Πολύ σύντομα θα ανεβάσουμε και το νέο online beer shop μας, όπως και θα ανοίξει το πρώτο Mega-Bottle beershop στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Διανέμουμε μπύρες από την Amager Bryghus (Denmark), The Mousketeers -Troubadour (Belgium), Nomada Brewing (Spain), De Molen (The Netherlands), Mikkeller (Denmark), και αρκετές Αμερικάνικες ζυθοποιίες, μέχρι στιγμής. Ακολουθούν πολλές ακόμα ήδη κλεισμένες συμφωνίες.
Beeroskopio: Πως ανταποκρίνεται η Θεσσαλονίκη στην μπύρα? Μπορείς να μας μεταφέρεις το κλίμα από τα μαγαζιά σας ίσως ή ακόμα και τις πωλήσεις. Δοκιμάζουν τις νέες προτάσεις σας η είναι διστακτικοί?
George Alexakis: Οι φίλοι της μπύρας στην Θεσσαλονίκη ήταν πάντα ανοικτοί σε νέες προτάσεις, αρκεί να έχουν την βοήθεια που χρειάζεται και από τους επαγγελματίες του χώρου. Ηδη έχουν αγκαλιάσει την προσπάθεια που γίνεται μέσα από την Hoppy Pub και την έχουν καθιερώσει ως το Νο 1 μπυροπόστο στην πόλη. Υπάρχουν ακόμα κι άλλα μαγαζιά που σερβίρουν της μπύρες μας και πραγματικά δεν περιμέναμε τέτοια ανταπόκριση σε τόσο σύντομο διάστημα. Θα πρέπει να βοηθήσουμε όλοι ώστε ό Ελληνας να διαλέγει μπύρα σύμφωνα με το είδος που του αρέσει κι όχι σαν να μπαίνει σε χρωματοπωλείο (ξανθιά, κόκκινη, μαύρη, πράσινη κτλ)
Beeroskopio: Υπάρχουν στα άμεσα σχέδια σας επεκτατικές κινήσεις? έλεγες ότι θες να κατέβεις Αθήνα! Πιστεύεις να ανοίξουν νέα επαγγελματικά σχέδια?
George Alexakis: Σίγουρα... Η Αθήνα είναι το επόμενο μας βήμα, γιατί όπως έχουμε δει μέχρι τώρα, πολλοί φίλοι ζητάνε τις μπύρες μας και στην πρωτεύουσα και υπάρχουν πολλά μπυροπόστα που θεωρούμε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να διανθίσουν το κατάλογο τους και με τις νέες δικές μας μπυροπροτάσεις. Είμαστε ανοικτοί σε κάθε είδους πρόταση, δραστηριότητα με σκοπό την εξάπλωση του ποιοτικού ζύθου σε κάθε γωνιά της χώρας!
Beeroskopio: Πώς μπορεί κάποιος να βρει την εισαγωγική? Τέλος αφού σε ευχαριστήσω θες να προσθέσεις κάτι για να κλείσουμε αυτή την ωραία συζήτηση?
George Alexakis: Για όσα μαγαζιά ενδιαφέρονται για τα προϊόντα μας μπορούν να επικοινωνήσουν για τιμοκατάλογο στο email : thehoppyimports@gmail.com. Η Hoppy Imports Co δεσμεύεται να ψάχνει και να εισάγει ότι πιο hot κυκλοφορεί στην σκηνή της craft μπύρας και θα σας ενημερώνουμε για τις εξελίξεις γύρω από το online shop και το Βottle shop. Κάνουμε διανομή με μεταφορικές σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
Ευχαριστώ πολύ Παναγιώτη για το βήμα που μου έδωσες ώστε να πληροφορήσουμε τον κόσμο για την προσπάθεια που κάνουμε. Καλή συνέχεια στην εξαιρετική σου δουλειά μέσα από το Beeroskopio!!! Tiς καλύτερες ευχές μας από τα Βόρεια!!!
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing
Bock-Doppelbock: Ο όρος αυτός προέρχεται από την γερμανική πόλη Einbeck, στην οποία άρχισαν οι παραγωγές μπύρας τον 14ο με 15ο αιώνα, και υποδηλώνει μια δυνατή lager, μερικές φορές σκουρόχρωμη, συχνά εποχιακή κυρίως την άνοιξη ή τον χειμώνα. Παράγονταν με τέτοιο τρόπο ώστε να ζυμώνουν στην διαδρομή προς τον προορισμό τους, που συνήθως ήταν πολύ μακρινός. Εκείνη την περίοδο θα μπορούσαν να είναι wheat μπύρες με αφροζύμες. Την σημερινή εποχή μια τέτοια μπύρα θα ονομαζόταν Weizenbock. Οι μπύρες Bock όπως και οι Doppelbock γίνονται με βυθοζυμες, έχουν κάπως υψηλότερο αλκοολικό βαθμό και χαρακτηρίζονται συνήθως από μια γλυκάδα βύνης. Οι μπύρες bock δεν είναι απαραίτητο να είναι δυνατές lager και ο όρος ίσως θα έπρεπε να ισχύει για μπύρες αποκλειστικά από βύνη με μια αξιοσημείωτη αποθηκευτική παραμονή. Οι Doppelbock δεν είναι στην ουσία διπλάσια δυνατές από τις απλές bock, αλλά είναι αξιοσημείωτα πλούσιες σε γεύση, άρωμα και έχουν υψηλότερο αλκοολικό βαθμό. Στην Γερμανία απαιτείται να έχουν αλκοολικό βαθμό περίπου 7,5 %. Ένας κυρίαρχος μύθος είναι ότι οι μπύρες Bock παράγονται από τα κατακάθια στον πάτο του βαρελιού όταν αυτά καθαρίζονται την άνοιξη. Αυτό φαίνεται πιθανώς λογικό λόγω της μεστότητας και της υψηλότερης δύναμης τους. Από την προοπτική της ζυθοποιίας, αυτό είναι σαφώς αδύνατο για δύο λόγους - αρχικά το υπόλειμμα που αφήνεται μετά τη ζύμωση είναι μη ζυμώσιμο και για αυτό ακριβώς αφήνεται. Δεν μπορεί να ζυμωθεί πάλι για να κάνει περισσότερη μπύρα και αφετέρου, οποιαδήποτε προσπάθεια να επαναχρησιμοποιηθούν τα κατακάθια θα οδηγούσε πιθανώς σε σοβαρή βακτηριακή μόλυνση και ένα προϊόν που διαφέρει από την μπύρα όπως την ξέρουμε.
Ποιο είναι το μυστήριο που κρύβεται πίσω από αυτόν τον όρο τελικά; Φαίνεται ότι δεν έχουν δοθεί πειστικές πληροφορίες όσον αφορά την προέλευση του χαρακτηρισμού bock, ωστόσο, μέσα στους αιώνες δόθηκαν διάφορες ερμηνείες. Στα γερμανικά, η λέξη bock σημαίνει «κατσίκα, τράγος», εξ ου και το γεγονός ότι πολλές bock μπύρες φέρουν έναν τράγο στην ετικέτα τους. Μία άλλη θεωρία προτείνει ότι, παραδοσιακά η εποχή που παράγονταν τέτοιες μπύρες, ήταν στον ζωδιακό κύκλο του Αιγόκερου, που έχει τον τράγο σαν σύμβολο. Μία άλλη προσπάθεια απόδοσης, μας λέει τη διασκεδαστική ιστορία για έναν διαγωνισμό κατανάλωσης μπύρας ανάμεσα σε έναν Βαυαρό δούκα και έναν ιππότη από τοBrunswick. Ο καθένας καλέσθηκε να πιει ένα βαρέλι μπύρα από το κατάστημα του αντιπάλου του. Μετά από λίγα ποτήρια, ο ιππότης έπεσε στο έδαφος, ενώ ο δούκας παρέμενε στη θέση του. Ο ντροπιασμένος ιππότης κατηγόρησε μία κατσίκα γι’ αυτήν του την κατάσταση, υποστηρίζοντας ότι τον έριξε κάτω. Ο δούκας, που ήταν ζυθοποιός παρεμπιπτόντως, γέλασε, και είπε στον Άγγλο ιππότη: «Η κατσίκα (bock) που σε έριξε κάτω, έχει παραχθεί από μένα!». Αλλά, ως γνωστόν, οι πιο χαριτωμένες και απολαυστικές εκδοχές μίας ιστορίας, είναι συνήθως και οι πιο απίθανες συνεπώς, καταλήγουμε στην ευρύτερα αποδεκτή εξήγηση της βαπτίσεως της μπύρας bock, που συνιστά ότι ο όρος είναι το παράγωγο της μερικώς ομόηχης ονομασίας της μικρής πόλης, Einbeck (Άινμπεκ), στη Γερμανία, όπου πρωτοδημιουργήθηκε αυτός ο τύπος μπύρας.
Eisbock
Eisbock: Η μπύρα αυτή γίνεται με ψύξη του γλεύκους και εν συνεχεία απομάκρυνση των κρυστάλλων του νερού, κρατώντας έτσι ένα γλεύκος με την ίδια περιεκτικότητα σε αλκοόλη αλλά λιγότερο νερό. Αυτός ήταν ένας τρόπος παραγωγής μπυρών με υψηλότερο αλκοολικό τίτλο, μιας και οι ζύμες δεν μπορούν να λειτουργήσουν σε μεγάλες αλκοολικές περιεκτικότητες. Αυτή η τεχνική λέγεται ότι ανακαλύφθηκε τυχαία, όταν ένας βοηθός άφησε ένα βαρέλι στο κρύο κατά λάθος, το περιεχόμενο πάγωσε και η μπύρα που έμεινε ήταν αρκετά πλούσια σε δύναμη και γεύση. Η τεχνική αυτή είναι αρκετά διαδεδομένη στην Βαυαρία, αλλά μόνο ένα ζυθοποιείο την χρησιμοποιεί, το οποίο και έδωσε αυτό το όνομα.