Φεβρουαρίου 2016
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Όπως αναφέρει και στο site της Μπυραρίας, στο Παγκράτι, στον όμορφο πεζόδρομο της Τιμοθέου, γεννήθηκε ένα νέο μοναδικό concept μπυραρίας. Beer-bar περισσότερο, παρά κλασσική ελληνική μπυραρία, το Berlin by 5 drunkmen προσφέρει μια αξιόλογη ποικιλία από μπύρες καθώς και εμπνευσμένα ορεκτικά και finger food, τα λες και tapas. Το στοιχείο που κάνει το Berlin μοναδικό όμως, είναι ότι κάθε τραπέζι έχει από 2 προσωπικές κάνουλες, όπου ο καθένας μπορεί να σερβιριστεί μόνος του! Πίνεις όσο θες, όποτε θες, αν θες και ταυτόχρονα βλέπεις την κατανάλωση σου στην οθόνη που υπάρχει στο κατάστημα. Το motto δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από το...
 “Πιάσ’ την μόνος σου, πιες την με παρέα

Ο συνιδιοκτήτης Κώστας Νικολετόπουλος εξηγεί πως κάτω από το πάτωμα υπάρχει εγκατεστημένο σύστημα που φτιάχτηκε στην Ελλάδα ειδικά για το μαγαζί του και παρέχει ανά πάσα στιγμή παγωμένη μπύρα, lager ή weiss, σε όποιον θελήσει να πιει. Ανάλογα συστήματα υπάρχουν στο εξωτερικό, όπου είναι αρκετά διαδεδομένα, αλλά πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Τα πλεονεκτήματα είναι πολλά: δε χρειάζεται να περιμένεις για να εξυπηρετηθείς, γεμίζεις το ποτήρι σου με την ποσότητα που εσύ θέλεις, βάζεις όσο αφρό εσύ θέλεις (με μια απλή κίνηση της στρόφιγγας) και στο τέλος πληρώνεις όσο ακριβώς έχεις πιει. Πώς γίνεται αυτό; Στον αριστερό τοίχο, όπως μπαίνει κανείς στο μαγαζί, υπάρχει μια φωτεινή οθόνη. Εκεί εμφανίζεται η κατανάλωση ανά τραπέζι καθώς κάθε φορά που τρέχει μπύρα από κάνουλα ο μετρητής καταγράφει και η καταγραφή του αποτυπώνεται στην οθόνη. Ο Κώστας αναφέρει πως συχνά η καταγραφή καταλήγει σε παιχνίδι μεταξύ των τραπεζιών -το καθένα μπορεί να διαλέξει το δικό του όνομα- για το ποιος θα καταναλώσει την περισσότερη μπύρα.



Εκεί λοιπόν βρέθηκα χθες για τον καθιερωμένο πλέον γεγονός της κοπής πίτας του Συλλόγου Ερασιτεχνών Ζυθοποιών Ελλάδος (ΣΕΖΕ). Πραγματικά όλα ήταν πολύ όμορφα, απο την μπυραρία που σέρβιρε μια πολύ σεβαστή beer list (αν και ''σηκώνει'' να τολμήσουν λίγο παραπάνω) μέχρι τους παρευρισκόμενους homebrewers (μέλη και μη) που δεν σταμάτησαν να πίνουν και να μιλούν για μπύρα!!! Ξεκινώντας να πω ένα μπράβο στα βασικά μέλη του Συλλόγου όπου διοργάνωσαν ένα ταπεινό αλλά εξαιρετικό σκηνικό. Το μαγαζί ως επί το πλείστον καταλήφθηκε απο τους τρελαμένους Έλληνες homebrewers που απο νωρίς ξεκίνησαν την μάχη στις κάνουλες, όπως αναφέρεται και πιο πάνω. Άλλωστε αργότερα ο Πρόεδρος προσφώνησε μια προσφορά χορηγία της κάβας Cava di Patsi που περιελάμβανε δώρο μπύρες στα 2 πρώτα τραπέζια με την μεγαλύτερη κατανάλωση. Λες και χρειαζόμασταν αφορμή για να πιούμε! Το ραντεβού μας ήταν στις 18:30 και περίπου μία ώρα μετά ξεκινήσανε οι κληρώσεις για τα υποτιθέμενα φλουριά, 8 στον αριθμό, με δωροεπιταγές απο το BeerFactory και μπουκάλια απο την Sknipa και για τα δώρα που προσέφεραν τα homebrew shops Beer & Deli, Alebox, Beeramatistirio. Οι συζητήσεις για σπιτική μπύρα έδιναν και έπαιρναν, λάθη που έχουμε κάνει, διάφορες συνταγές, τι ωριμάζουμε στα υπόγεια μας και πως ξεκίνησε ο καθένας και πως έχει εξελιχθεί ήταν οι επικρατέστερες. Όλα αυτά κάτω απο την ιδανική Ροκ μουσική υπόκρουση του μαγαζιού και την άριστη εξυπηρέτηση των ιδιοκτητών! Κάπως έτσι κύλησε η χθεσινή όμορφη βραδιά ανανεώνοντας το ραντεβού στην κοπή πίτας του 2017!!!


Διεύθυνση: Τιμοθέου 8, Παγκράτι
Τηλ: 21 0701 0006
facebook foursquare

Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Όταν υπάρχει κάποιο λάθος στην μπύρα σας, όταν έχει μια περίεργη γεύση, θέλετε να ξέρετε τι είναι αυτό που κρύβεται απο πίσω. Κανείς δεν θέλει να πιει μια μπύρα που δεν είναι απόλυτα σωστή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό στον κόσμο της Ζυθοποιίας διότι πρέπει να προσδιορίζουν τις γεύσεις και να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τυχόν προβλήματα κατά την ζύμωση. Υπάρχουν πολλές Off Flavor γεύσεις αλλά μόνο ελάχιστες είναι πολύ συνηθισμένες. Η πλειοψηφία αυτών είναι φυσιολογικές (συχνά ως κανονικές αντιδράσεις κατά τη διάρκεια της ζύμωσης). Μερικές πάλι είναι αναγκαίες σε ορισμένες μπύρες και μερικές αποτελούν χαρακτηριστικό κάποιων εξειδικευμένων στυλ. Γίνονται αντιαισθητικές μόνο όταν υπάρχουν σε υψηλές συγκεντρώσεις ή είναι ακατάλληλες για κάποιο στυλ. 

Οι κυριότερες λοιπόν είναι:
1. Οξείδωση: Η οξείδωση της μπύρας είναι η κύρια αιτία της ποιοτικής υποβάθμισης που αρχίζει μετά το τέλος της ζύμωσης καθώς χάνονται με την απομάκρυνση της μαγιάς οι προστατευτικές της ιδιότητες. Με το πέρασμα του χρόνου, αναπτύσσονται στην μπύρα ανεπιθύμητες ουσίες που προϋπάρχουν σε μικρές αναλογίες. Η μπύρα μετά από μικρό χρονικό διάστημα (τέσσερις μήνες ή και περισσότερο) αποκτά γεύση ή οσμή δυσάρεστες για τον καταναλωτή. Πρέπει επομένως ο χρόνος που μεσολαβεί από την συσκευασία μέχρι την κατανάλωση να είναι ο μικρότερος δυνατός.

2. Γεύση - οσμή φωτός: Περιγράφεται σαν γεύση πράσου και προέρχεται από τη φωτοχημική αντίδραση ορισμένων συστατικών της μπύρας με το φυσικό ή/και τεχνητό φως.

3. Θειώδης γεύση - οσμή: Αίσθηση του κλούβιου αυγού και προέρχεται από προβληματική ζύμωση.

4. Μεταλλική γεύση - οσμή: Οφείλονται σε μεγάλη συγκέντρωση ιόντων σιδήρου.

5. Όξινη γεύση - οσμή: Αίσθηση ξινού λόγω προβληματικής ζύμωσης από επιμολύνσεις.

6. Διακετυλίου: Αίσθηση βουτύρου λόγω προβληματικής ζύμωσης από επιμολύνσεις.

7. Αίσθηση μούχλας: Κακές συνθήκες εμφιάλωσης (υπερπαστερίωση), μολύνσεις και προβληματικά υλικά συσκευασίας.

8. Γεύση - οσμή μαγιάς: Λόγω αυτόλυσης μαγιάς κατά τη διάρκεια της ζύμωσης.

9. Γεύση δημητριακών, βλαστημένων σπόρων κριθαριού: Λόγω κακής προετοιμασίας ζυθογλεύκους.

10. DMS: Γεύση - οσμή βρασμένου λάχανου, σέλινου, ντομάτας, που οφείλεται στον τρόπο παραγωγής της βύνης και του ζυθογλεύκους.


Για την καλύτερη κατανόηση και γευσιγνωσία των κυριότερων off flavors έχουν δημιουργηθεί κατάλληλα kit που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μια συμβατική μπύρα ρίχνοντας μέσα στην μπύρα την κάθε γεύση. Έπειτα γευόμαστε και καταλαβαίνουμε πως θα έμοιαζε μια μπύρα με το αντίστοιχο λάθος.
Πρέπει να τονιστεί ότι οι μικροοργανισμοί που αναπτύσσονται στην μπύρα δεν είναι ποτέ παθογόνοι ή επιβλαβείς για τον άνθρωπο, αλλά είναι καταστρεπτικοί μόνον για την ποιότητα της μπύρας. Η μπύρα εξάλλου είναι από τα λίγα ποτά όπου λόγω του τρόπου παρασκευής της (αποστείρωση με βρασμό του γλεύκους, χαμηλό pH, οινόπνευμα και απουσία οξυγόνου), είναι αδύνατη η ανάπτυξη τέτοιων παθογόνων μικροοργανισμών.
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Τις τελευταίες ημέρες εμφανίστηκε στους τηλεοπτικούς δέκτες η νέα διαφήμιση της Amstel. Σε αυτήν πρωταγωνιστούν δύο νεαροί, οι οποίοι, αγαπώντας την μπύρα, ιδρύουν σε αυτοσχέδια καζάνια τη «δική μας μπύρα (beer)». Στη συνέχεια, σε πυκνό τηλεοπτικό χρόνο, μεταφερόμαστε στα φανταστικά όνειρα στα οποία περιδιαβαίνουν οι δύο πρωταγωνιστές, τα οποία περιλαμβάνουν το χρήμα, την εθνική αναγνώριση, τη δόξα, την παγκόσμια αναγνώριση και την εξωστρέφεια του εγχειρήματος. Ώστε σύντομα να προσγειωθούν στην πραγματικότητα, να δοκιμάσουν την πρώτη τους μπύρα και να αποφανθούν, αηδιασμένοι, «Εντάξει, σαν την Amstel, δεν είναι!»

Είναι προφανές λοιπόν πως ο συγκεκριμένος επιχειρηματικός όμιλος (μιλούμε πάντοτε για την Αθηναϊκή Ζυθοποιία, στην οποία ανήκουν δεκάδες ετικέτες μπύρας και αποτελεί το ελληνικό υποκατάστημα της Heineken) προσπαθεί να χτυπήσει στη συνείδηση του καταναλωτή την ποιότητα μπύρας των μεσαίων και μικρών μονάδων ζυθοποιίας ελληνικής ετικέτας. Μια αισθητική, αλλά και πολιτική, που έρχεται να συναντήσει τα συμπεράσματα της παλαιότερης (Δεκέμβριος 2015) απόφασης της ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού εις βάρος της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, η οποία ομοφώνως της επέβαλε πρόστιμο συνολικού ύψους 31.451.211 ευρώ για την υλοποίηση μιας στοχευμένης πολιτικής για τον αποκλεισμό και τον περιορισμό των δυνατοτήτων ανάπτυξης των ανταγωνιστών της. Αξίζει να αναφερθεί πως οι εν λόγω πρακτικές περιγράφονται σε έναν φάκελο που ξεπερνά τις 8.000 σελίδες, ενώ η απόφαση ξεπερνά τις 600. Μια υπόθεση βέβαια που περίμενε δώδεκα ολόκληρα χρόνια για να εξεταστεί και η αρμόδια αρχή να αποφανθεί, κατά τον συνήθη ελληνικό τρόπο…! Βέβαια, η συγκεκριμένη πρακτική φαίνεται να της απέδωσε καρπούς, καθώς σήμερα κατέχει το 67% της εγχώριας αγοράς και καταγράφει επί σειρά ετών μεγάλα κέρδη τόσο από την εγχώρια αγορά, αλλά και από τις εξαγωγές που πραγματοποιεί.

Έχοντας όμως τη γνώση του πόσο καθοριστικά επιδρούν οι διαφημιστικές καμπάνιες στη διαμόρφωση κοινωνικών ρευμάτων και προτύπων καταλαβαίνουμε πως το «ευφυές» μυαλό του τμήματος μάρκετινγκ της Άμστελ θέλει να πετύχει κάτι περισσότερο: Την ανάσχεση του γενικευμένου ρεύματος ίδρυσης και λειτουργίας νεοφυών εταιρειών ζυθοποιίας, οι οποίες ιδρύονται επί το πλείστον από νέους ανέργους επιστήμονες που προσβλέπουν στη δημιουργία προϊόντος υψηλής προστιθέμενης αξίας και ποιότητας. Με στόχο αφενός την εγχώρια αγορά (κυρίως δε τις τουριστικές ζώνες) και αφετέρου τις αγορές του εξωτερικού. Εγχειρήματα που απλώνονται στην περιφέρεια και σε μικρή κλίμακα, έχοντας όμως ήδη καταφέρει να κατοχυρώσουν μια ισχυρή ετικέτα (brand name). Η αντιπαράθεση των «μεγάλων» με τους «μικρούς» είναι εμφανής πέρα από το τηλεοπτικό και στο «συνδικαλιστικό» πεδίο. Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνεται η Ελληνική Ένωση Ζυθοποιών, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ζυθοποιών, στην οποία συμμετέχουν οι δύο πρώτες της ελληνικής αγοράς («Αθηναϊκή Ζυθοποιία»/Χάινεκεν και «Ολυμπιακή Ζυθοποιία», εγχώριο υποκατάστημα της Carlsberg – μαζί αγγίζουν το 80% της ελληνικής αγοράς) ενώ κάποιες από τις υπόλοιπες μικροζυθοποιίες, που ολοένα αυξάνονται, συμμετέχουν στον ΣΜΑΖΕ (Σύνδεσμος Μικρών Ανεξάρτητων Ζυθοποιών Ελλάδος), ο οποίος απέτρεψε, μέσα στο 2015, την τελευταία στιγμή, την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης για τις μικροζυθοποιίες (ο συντελεστής του φόρου παραμένει χαμηλός μέχρι την ποσότητα των 200.000 εκατόλιτρων ζύθου).

Ο ανταγωνισμός είναι οξυμένος ανάμεσα στους δυο άνισους πόλους, διότι η ελληνική αγορά εμφανίζεται ιδιαιτέρως μικρή σε σχέση με τα αντίστοιχα κεντροευρωπαϊκά μεγέθη. Η ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση μπύρας στην Ελλάδα φτάνει τα 35 λίτρα, ενώ τα αντίστοιχα μεγέθη στην Κεντρική Ευρώπη ξεπερνούν τα 75 λίτρα! Παρακολουθώντας βέβαια τη διαδρομή της εγχώριας παραγωγής ζύθου, σκοντάφτεις για ακόμα μια φορά στα δομικά προβλήματα της ντόπιας παραγωγικής δραστηριότητας. Παρά την ποσοστιαία μείωση των εισαγωγών μπύρας τα τελευταία χρόνια, αυτές παραμένουν υπερδιπλάσιες των εξαγωγών. Για το 2014 πραγματοποιήσαμε εισαγωγές προϊόντων ζύθου αξίας 32.760.986 ευρώ με βασικό εισαγωγέα τη Γερμανία (11.456.339 ευρώ). Ενώ εξάγουμε αντίστοιχα προϊόντα αξίας 14.931.953 ευρώ, με πρώτο προορισμό την Αλβανία.

Όλα αυτά λοιπόν συνηγορούν σε ένα και μόνο πράγμα: Πως πρέπει να κλείσουμε τα αυτιά μας στις ανόητες σειρήνες της διαφημιστικής εκστρατείας της Amstel (γιατί όχι, να διεκδικήσουμε να αποσυρθεί) και συνειδητά να υιοθετήσουμε μια νέα καταναλωτική συμπεριφορά, που θα προκρίνει την αγορά προϊόντων που έρχονται να αναγεννήσουν τη γεμάτη παθογένειες παλιά παραγωγική δραστηριότητα. Προκλητικά να βάλουμε μπροστά τις επιμέρους «δικές μας ιστορίες» που, παρά τις αντιξοότητες, θα καταφέρουν γράψουν μια καλύτερη, νέα ιστορία, για τον τόπο μας.

Υ.Γ. Εκ παραδρομής και μόνο, δεν έγινε αναφορά στις εκατοντάδες οικοζυθοποιίες ή άλλες μικρές μονάδες που παρασκευάζουν προϊόντα ζύθου και δεν εντάσσονται στον εμπορικό ή παραγωγικό ιστό. Προφανώς η συνεισφορά τους, η κουλτούρα τους και ο αντικαταναλωτικός τους χαρακτήρας έχει ιδιαίτερη σημασία και φιλοσοφία. Στοιχεία που προσδίδουν ιδιαίτερα γνωρίσματα και ποιότητα στο κοινωνικό κεφάλαιο.

source
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Σάββατο μεσημεράκι, οικογενειακά όπως πάντα, ξεκινήσαμε απο την μια άκρη της Αττικής (Ν.Πέραμο) να φτάσουμε στην άλλη, κοντά στο Αεροδρόμιο και πιο συγκεκριμένα στο Metropolitan Expo. Σκοπός ήταν φυσικά η φετινή HORECA που προμηνυόταν άκρως ενδιαφέρουσα όσο αναφορά την αγαπημένη μας μπύρα. Μετά απο μια ταλαιπωρία στο να παρκάρουμε στο υποδεικνυόμενο πάρκινγκ και την μετακίνηση με λεωφορεία (ευτυχώς-να λέμε και τα καλά-) στο εκθεσιακό χώρο, ήρθε η απίστευτη ξενέρα διότι δεν μας άφησαν να εισέλθουμε στον εκθεσιακό χώρο με τον μικρό μας γιο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να καθίσει η σύζυγος στο lobby και εγώ να ξεκινήσω μια ταχεία διέλευση των ενδιαφερόμενων μπυροπόστων. Υπήρχε παντού αδιανόητη κοσμοσυρροή σε όλα τα hall παρόλο που ήταν ώρα μη αιχμής. Μετά απο την εισαγωγή μπαίνω στο επίμαχο (κυρίως) θέμα που δεν είναι άλλο απο την εμφάνιση που μας προσέφεραν τα φετινά περίπτερα των Ελληνικών (μικρό)ζυθοποιιών.

Μπαίνοντας λοιπόν στο τελευταίο διαμορφωμένο χώρο της έκθεσης αντίκριζες το πελώριο περίπτερο της ''Ολυμπιακής Ζυθοποιίας''. Μεγάλο, φαντασμαγορικό με πάρα πολύ κόσμο αλλά οι εντυπωσιακές παρουσίες σίγουρα δεν ήταν στις κάνουλες της. Μετά το -ενός λεπτού- πέρασμα μου απο εκεί ακολούθησε μια ευχάριστη έκπληξη απο Βορρά μεριά. Ναι φίλοι μου, ο ''Αμπεριάδης'' είχε το καλύτερο περίπτερο κατά την ταπεινή μου γνώμη. Και εξηγούμε: Το vintage design σε έστελνε σε μια Αγγλική παμπ, ίσως BrewDog Pub! Στις πολεμίστρες κυριαρχούσαν τα κανόνια της Σκωτσέζικης Ζυθοποιίας με 5 ολόφρεσκες επιλογές που έριχναν με λύσσα τόνους λυκισκίλας στον ουρανίσκο των (τυχερών) παρεβρισκομένων. Χωρίς να θέλω να αδικήσω την άλλη ''φαρέτρα'' που αποτελούνταν απο τις αρκετά σεβαστές Primator η παραπάνω κάνουλες κλέψανε την παράσταση. Ήπια την Libertine Black Ale η οποία ήταν εξαιρετική με τα καβουρδίσματα της κτλ όπως και η 5AM που σαν πιο γλυκιά την κάνει πιο προσιτή. Άφησα την Jack Hammer για το τέλος που αποτελεί τον ορισμό της πικρίλας. Το θετικό όμως της υπόθεσης δεν ήταν μόνο οι μπύρες που πρόσφεραν απλόχερα τα παιδιά πίσω απο την μπάρα αλλά οι γνώσεις και η όρεξη που είχαν να σου μεταδώσουν αυτά που ήξεραν, το πάθος τους σε αυτά που έλεγαν όταν απολάμβανες μια γουλιά λες και έπιναν μαζί σου. Αυτό είναι και το νόημα άλλωστε, να μοιραστούμε τις εμπειρίες μας με άλλους και να τους εκπαιδεύσουμε να αγαπάνε και να εκτιμούν την craft μπύρα. Συνέχεια το αδιάφορο περίπτερο της ''ΒΑΠ''. Επόμενο αυτό της ''Septem''. Εμφάνιση ίδια με πέρσι με μόνη διαφορά την καινούργια προσθήκη της Wheat IPA. Θα αναρωτιέστε τι έλεγε? Μια ακόμα χαρακτηριστική Septem, λέω αυτό μόνο και συνεχίζω.

Με αυτά και με αυτά είδα ένα combo περίπτερο που αποτελούνταν απο την πολύ πτωχή φέτος ''Deals'' με μόνη αντιπρόσωπο την Weihenstephan και της ''Siris'' που ήλπιζα να δω (πιω) καμιά πρώτη εκδοχή της καπνιστής συνταγής του διαγωνισμού αλλά μετά λύπης μου ο Γιάννης (Μαρμαρέλης) μου είπε ότι περιμένουν έναν λυκίσκο που είναι σε έλλειψη. Αφού τον συνεγχάρει για την διάκριση της Voreia Stout αναχώρησα για το επόμενο φτάνοντας σε ένα ακόμα εντυπωσιακό πόστο, αυτό της ''Unibrau'' το οποίο ήταν πολύ περιποιημένο και προσεγμένο με τις μπύρες της εισαγωγικής να φιγουράρουν στα ράφια. Το πανέξυπνο moto ''We drink Ale'' έκλεβε τις ματιές και ανύψωνε το ηθικό κάθε ψαγμένου μπυρόβιου που γνωρίζει από καλή μπύρα. Επίσης πολύ φιλικό προσωπικό έτοιμο να σε κερδίσει με την προθυμία του για συζήτηση γύρο απο την ποιοτική μπύρα. Κλέβοντας μερικές πληροφορίες να σας ''αποκαλύψω'' ότι ετοιμάζεται απόβαση διαφόρων βαρελιών της εισαγωγικής για ενίσχυση των μπυραριών αλλά και νέα βελτιωμένη συνταγή όπως και λογότυπο για την ''Alexander the Great Beer''.


Κάπου ενδιάμεσα υπήρχε και το μικρής εμβέλειας περίπτερο της ''Volkan'' με 2 βαρελάκια της Black και Grey προς κατανάλωση. Η ''Νήσος'' φέτος σε καλύτερο σημείο και με μεγαλύτερη ''φάτσα'' κερνούσε την φετινή βρασιά της seasonal ''7 Μποφόρ''. Στην ''ΕΖΑ'' αν είχες πάει πέρσι νόμιζες ότι ζούσες ένα deja vu. Καμία διαφορά ούτε σε διαμόρφωση αλλά και το βασικότερο σε μπύρες. Τουλάχιστον οι παρούσες ήταν ποιοτικές. Επίσης μικρό αλλά πρωτοεμφανιζόμενο το περίπτερο της ΕΛΙΞΗ με τις κλασσικές, γνωστές πλέον Delphi και Marea όπως επίσης την καινούργια 1129. Στον Καρούλια επίσης υπήρχαν 4-5 βαρελάκια αντιπροσωπευτικά της εισαγωγικής. Άλλο ένα δυνατό σημείο και άξιο αναφοράς ήταν αυτό του ''Masokostas Bros'' με ένα συνονθύλευμα απο Κερκυραϊκή, Χίου αλλά και τις κύριες παρουσίες της εισαγωγικής. Με την ''Αθηναϊκή Ζυθοποιία'' δεν ασχολούμαι, μια απο τα ίδια με την Ολυμπιακή... Όσοι πήγατε έχετε καταλάβει ότι τα έκανα ρόιδο αναφέροντας τα σημεία ενδιαφέροντος με ότι σειρά να ναι πλέον! Αυτά λοιπόν απο την φετινή έκθεση μεταφέροντας τα μέσα απο τα μάτια μου και μετά απο μια γρήγορη διέλευση όπως ανέφερα στην αρχή. Θα ήθελα να ανταλλάξω γνώμες και απόψεις με περισσότερούς αλλά και έτσι ικανοποιημένος είμαι ελπίζοντας του χρόνου να δούμε περισσότερες και πιο εμπνευσμένες Ελληνικές μπύρες και νέες αφίξεις απο τα έξω... Πλέον κάνω όρεξη για τα επόμενα βραβεία του BeerBarTender...Ως τότε cheers!!!


Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Το Υγρό εκχύλισμα βύνης (LME) και το Ξηρό εκχύλισμα βύνης (DME) μπορούν να παράξουν μια αισθητή διαφορά στη γεύση και το σώμα της μπύρας, κρατώντας την μαγιά, το λυκίσκο, τη θερμοκρασία και άλλες μεταβλητές σταθερές. Σε γενικές γραμμές, το LME θα μας ''φτιάξει'' μια πιο σκούρα μπύρα, διατηρώντας την γλυκιά γεύση καραμέλας. Αυτό μπορεί να είναι και επιθυμητό ανάλογα με το ύφος της μπύρας που θέλουμε να παρασκευάσουμε. Ορισμένα ειδικά LME μάλιστα έχουν σχεδιαστεί για συγκεκριμένα στυλ μπύρας.

Δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ υγρών και ξηρών εκχυλισμάτων εκτός από την ποσότητα του νερού που έχει απομείνει στο τελικό προϊόν. Επειδή τα δύο είδη βύνης είναι διαφορετικά σε περιεκτικότητα (νερό), καλό είναι να μην τα εναλλάσσουμε σε μια συνταγή. Μπορείτε, ωστόσο, να χρησιμοποιήσεται ένα απλό τύπο για τον προσδιορισμό της μετατροπής από το ένα στο άλλο. Οι ζυθοποιοί χρησιμοποιούν σύγχρονο εξοπλισμό για να συμπυκνώσουν το εκχύλισμα βύνης, με προσεκτική εξάτμιση μεγάλου μέρους του νερού. Η εξάτμιση του νερού στο εκχύλισμα βύνης διεξάγεται στο κενό (vacuum. Η χαμηλή πίεση αέρα περιβάλλοντος που δημιουργείται από το κενό επιτρέπει στο υγρό να βράζει σε χαμηλότερη θερμοκρασία. Η διαδικασία αυτή είναι οικονομική, καθώς είναι λιγότερο ολέθριο για την ακεραιότητα του τελικού προϊόντος.

Σιρόπι Βύνης (LME) : Η περιεκτικότητα σε νερό είναι συνήθως γύρω στο 20%, με το άλλο υπόλοιπο 80% να αποτελείται από ζάχαρη και μη ζυμώσιμα στερεά τα οποία είναι σημαντικά για τους ζυθοποιούς. Συνιστάται σε συνταγές με μεγάλες ποσότητες εκχυλισμάτων βύνης. Κάνοντας ένα μπεν-μαρι μπορούμε να κερδίσουμε σχεδόν όλη την ποσότητα που βρίσκεται κολλημένη στο δοχείο, μη σπαταλώντας πολύτιμη πρώτη ύλη. Ενώ θεωρείται ότι έχει έως και 2 χρόνια ζωή (σε ιδανικές συνθήκες αποθήκευσης) τείνει να εξασθενεί η ποιότητα του με το πέρασμα του χρόνου.

Σκόνη Βύνης (DME) : Το ξηρό εκχύλισμα βύνης έχει υποστεί μια πλήρη διαδικασία εξάτμισης μέσω της «ξήρανσης με ψεκασμό», αφαιρώντας έτσι ουσιαστικά όλο το νερό. Δημιουργείται με τον ίδιο τρόπο όπως το LME, εκτός από ότι περνά μέσα από ένα επιπλέον στάδιο αφυδάτωσης το οποίο μειώνει την περιεκτικότητα σε νερό περίπου στο 2%. Λόγω της χαμηλότερης περιεκτικότητας σε νερό, το DME τείνει να έχει μεγαλύτερη ζωή στο ράφι. Όντας σε μορφή σκόνης το καθιστά ευκολότερο στην ζύγιση σε σχέση με το LME όταν δεν χρησιμοποιείτε ολόκληρο πακέτο. Αφού τελειώσετε, αφαιρέστε τον αέρα όσο το δυνατόν περισσότερο από τη συσκευασία, σφραγίστε το σφιχτά και φυλάξτε το σε δροσερό και σκοτεινό χώρο. Προσοχή στην υγρασία του περιβάλλοντος που εκτίθεται το περιεχόμενο με το άνοιγμα της συσκευασίας.

Εντέλει, η κάθε μορφή εκχυλίσματος βύνης έχει τα υπέρ και τα κατά της. Με βάση την διαδικασία παρασκευής και τους στόχους σας, μπορείτε να διαπιστώσετε ποιο είναι καταλληλότερο για την περίπτωσή σας. Το βασικό πράγμα που πρέπει να θυμάστε, είναι ότι είτε με ξηρά ή υγρή μορφή, μπορείτε να δημιουργήσετε εκλεκτική μπύρα (με βάση το εκχύλισμα), αλλά πρέπει να είναι φρέσκο και αποθηκευμένο σωστά. Σας παραθέτω την αντιστοιχία μεταξύ των τριών τύπων βύνης.


1 kg LME = 0,80 kg DME

1 kg LME = 1,30 kg malt

1 kg DME = 1,60 kg malt

1 kg malt = 0,62 kg DME

Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Η Ζυθοποιία: Στην περιοχή του Chiswick, δίπλα στις όχθες του ποταμού Τάμεση, παράγεται μπύρα από την Fullers τα τελευταία 350 χρόνια. Από την βικτωριανή περίοδο και πιο συγκεκριμένα από το 1845, χρονιά της έλευσης στη ζυθοποιεία του αρχιζυθοποιού John Turner, που ο Fuller καλεί, η βικτωριανή επιχείρηση επεκτείνεται αγοράζοντας 29 παμπ, γύρω από την περιοχή αλλά και στο κέντρο της πόλης του Λονδίνου. Καθώς αναπτυσσόταν ραγδαία στις αρχές του 19ου αιώνα, χρειάστηκαν κεφάλαια και το αποτέλεσμα ήταν η συνεργασία του John Bird Fuller, του Henry Smith και του JohnTurner, δημιουργώντας πια την FULLER’S, SMITH and TURNER. Ακόμη και σήμερα τα διάφορα είδη μπύρας που παράγονται στο εργοστάσιο του Δυτικού Λονδίνου, αποτελούν σήμα κατατεθέν για την βρετανική πρωτεύουσα. Άλλωστε και μόνο το όνομα London Pride, αποτελεί σημείο αναφοράς για την πόλη, όντας η διασημότερη μπύρα στην Αγγλία.  Τρεις μπύρες από τη μεγάλη γκάμα του ζυθοποιείου έχουν ονομαστεί “Champion Beer of Britain”, κάτι που δεν έχει καταφέρει κανένα άλλο ζυθοποιείο μέχρι σήμερα.

Η Μπύρα: Η βρετανικού τύπου Pale Ale, από το Λονδίνο, με καστανόξανθο χρώμα στο σώμα, ισορροπημένη γεύση μεταξύ βυνών και λυκίσκων. Μέτριο σώμα και ασθενής ανθράκωση. Ιδανική για κατανάλωση σε ποτήρι Pint στους 8 βαθμούς Κελσίου. Είναι η κλασσική λονδρέζικη μπύρα. Με τον μυθικό Γρύπα, να προστατεύει τους πολύτιμους θησαυρούς της ζυθοποιίας η Fullers London Pride έγινε ένα παγκόσμιο σύμβολο της βρετανικής μπύρας. Η μπύρα που πρέπει να πιείτε οπωσδήποτε στο Λονδίνο σε βαρέλι cask σε κάθε Pub.

ΤύποςPremium Bitter/ESB
ΧρώμαΠορτοκαλοκόκκινο
Αλκοόλ4,7 %
ΖυθοποιίαFuller's
ΠροέλευσηΑγγλία
Reviewsratebeeruntappd



Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Αναζητήσαμε τους παράγοντες εκείνους που διαμορφώνουν την τιμή της μπύρας στα μαγαζιά της πόλης, ρωτώντας ιδιοκτήτες μπαρ, επαγγελματίες της εστίασης, προμηθευτές και την τσέπη μας. Και ψάξαμε τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη...

Σταθείτε μια στιγμή και σκεφτείτε πόσες φορές έχετε παραπονεθεί όταν σε ένα μπαρ σας έχει έρθει «η λυπητερή» και συνειδητοποιείτε ότι είστε υποχρεωμένοι να πληρώσετε 5 ευρώ για μία μπύρα. Αναλογιστείτε σε πόσα μαγαζιά της Αθήνας έχετε πει ότι δεν θα πάτε επειδή το πορτοφόλι σας δεν αντέχει την τιμή του «νέκταρ των φτωχών». Πόσες συναυλίες έχετε βγάλει με μονάχα ένα ποτήρι, επειδή δεν «βγαίνετε». Και τώρα ας εξομολογηθούμε όλοι μαζί – μην ανησυχείτε δεν μας ακούει κανείς, μεταξύ μας θα μείνει – πόσες φορές έχουμε κρύψει στην τσάντα μας ή στην τσέπη μας κουτάκι από το περίπτερο για κάνουμε μόνοι μας refill στο ποτήρι της μπύρας που ήδη έχουμε πληρώσει ακριβά. Πολλές φορές, έτσι δεν είναι; Αν μάλιστα έχετε ταξιδέψει αρκετά στο εξωτερικό, σίγουρα έχετε αναρωτηθεί για τις συχνά εξωφρενικές διαφορές στην τιμή, σε σχέση με την πατρίδα. Δικαίως λοιπόν, στις παρέες φουντώνει η συζήτηση για την τιμή της μπύρας στην Ελλάδα, και δη στην Ελλάδα της Κρίσης, σε μια μεσογειακή ηλιόλουστη χώρα που οι πολίτες της είναι απολύτως λογικό ότι δεν μπορούν να κάτσουν μέσα. Και γιατί άραγε να το κάνουν;

Σε αυτό το ρεπορτάζ προσπαθήσαμε να αναζητήσουμε τους παράγοντες που διαμορφώνουν την τιμή της, μιλώντας με τρεις ανθρώπους που έχουν άμεση σχέση. Ρωτήσαμε δύο επιχειρηματίες, έναν που διαθέτει μπαρ στο κέντρο της Αθήνας και έναν ιδιοκτήτη μεζεδοπωλείου σε προάστιο, καθώς κι έναν προμηθευτή-ιδιοκτήτη κάβας με πελάτες μερικά από τα πιο γνωστά μπαρ του κέντρου.

– Για πόσα ευρώ αγοράζει ένας μαγαζάτορας το βαρέλι και το μπουκάλι αντίστοιχα; 
– Ποιο είναι το κέρδος του και ποια η φύρα του; 
– Μήπως τελικά ο καθένας πουλάει τη μπύρα, όσο γουστάρει; 
– Τι πιστεύουν για την κουλτούρα του Έλληνα πότη; 
– Τέλος, υπάρχουν περιθώρια για φθηνότερη μπύρα; Μπορούμε να ελπίζουμε; 

Η άποψη του επιχειρηματία με μπαρ στο κέντρο της Αθήνας, όπου η μπύρα κοστίζει 5 ευρώ
''Η μπύρα, γνωστή ετικέτα της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, μου στοιχίζει περίπου 1 ευρώ το ποτήρι. Βάλε άλλο 1 ευρώ το ΦΠΑ. Ακόμη 1, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης και η φύρα. Αντιλαμβάνεστε, ότι αν είναι να βγουν λεφτά από την μπύρα θα είναι λόγω της μεγάλης κατανάλωσης. Όμως αυτό δεν ισχύει στην Ελλάδα. Πλέον ο άλλος πίνει μια μπύρα, όλη τη νύχτα. Την αντιμετωπίζει σαν ποτό. Όταν στο μπαρ απασχολείς κι ένα DJ, έχεις στήσει ένα event και δεν έχεις βάλει είσοδο, δεν μπορείς να έχεις τη μπύρα κάτω από 5 ευρώ. Την είχα 4 ευρώ και αναγκάστηκα να την ανεβάσω. Ανεβάζοντας ένα ευρώ πάνω τη μπύρα, έβγαλα το νοίκι μου. Είναι τόσο ωμό, όσο ακούγεται.
Πάμε στο μπουκάλι τώρα, το παίρνω γύρω στο 1,25. Έχουμε και μπουκάλια που τα αγοράζουμε 2 ευρώ και τα δίνουμε 6. Σίγουρα το κέρδος διαμορφώνεται γεωμετρικά, ας πούμε περίπου 4 ευρώ πάνω από την τιμή κόστους. Νομίζω ότι ο πελάτης αντιλαμβάνεται ότι η τιμή διαμορφώνεται κι από τον χώρο. Από το τι προσφέρει το μαγαζί. Μια ταβέρνα θα σου πάρει 2 ευρώ. Ένα prive club θα στη χρεώσει 10. Έτσι πάει.''
Όλοι κάνουν συγκρίσεις με το εξωτερικό, εκεί όμως είναι μια παμπ από το 1800, με ελάχιστα έξοδα, και στις 11 το βράδυ χτυπάει το κουδούνι και πάνε όλοι σπίτια τους. Εμείς εδώ στη Μεσόγειο έχουμε και μαγαζιά που ξεκινάνε από το πρωί με καφέ και μετά το βράδυ γίνονται κλαμπ. Είναι ιδιαίτερη κατάσταση. Η τιμή της μπύρας στην Ελλάδα δε θα πέσει, όσο την καταναλώνουμε ως ποτό. Δεν πάμε πια για μπύρες στα μπαρ και στα κλαμπ. Πάμε σε ένα ουζερί. Δε γίνεται να έχεις απαίτηση να βρεις την τιμή του ουζερί στο κλαμπ».

Καταλαβαίνουμε λοιπόν, ότι χώροι με πολυμορφικό χαρακτήρα, είτε δηλαδή εκείνα τα μαγαζιά που ξεκινούν από το πρωί, διαθέτουν φαγητό και το βράδυ φιλοξενούν events, είτε τα μικρά venues που διοργανώνουν live και dj sets με ελεύθερη είσοδο ή φθηνό εισιτήριο είναι «αναγκασμένα» να βγάζουν κέρδος τουλάχιστον 4 ευρώ από την τιμή του κόστους για να μπορούν να επιβιώσουν. Φίλε μαγαζάτορα, εγώ πώς θα επιβιώσω αν για να πιω τρεις μπύρες (λογικός αριθμός ποτηριών για να βγάλεις 4-5 ώρες σε ένα ολόκληρο βράδυ), επειδή δεν αντιμετωπίζω την μπύρα μου ως πότο όπως λες, χρειάζομαι 15 ευρώ; 

Η απάντηση ήταν αποστομωτική. «Αν είχα τη μπύρα πιο φθηνά, θα έδινες και 10 ευρώ στην είσοδο αν ήθελες για παράδειγμα να έρθεις να ακούσεις τον αγαπημένο σου Dj». 

Αφού λοιπόν μας έγινε κατανοητό ότι δεν μπορούμε να έχουμε τιμές μεζεδοπωλείου σε μπαρ, ρωτήσαμε τον ιδιοκτήτη ενός τέτοιου μαγαζιού, σε ένα λαϊκό προάστιο της Αθήνας, όπου η μπύρα κοστίζει 3 ευρώ το μεγάλο ποτήρι και 2 ευρώ το μικρό.

Να, τι είπε ο ιδιοκτήτης μεζεδοπωλείου στο οποίο μπορείς να απολαύσεις ένα μεγάλο ποτήρι μπύρα με 3 ευρώ
«Το βαρέλι – ετικέτα της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας από τις πιο φθηνές -, το 30λιτρο το αγοράζω 55€, μου βγάζει περίπου εξήντα μεγάλα ποτήρια το καθένα. Πουλάω το μικρό ποτήρι 2 ευρώ και το μεγάλο 3. Το μπουκάλι πάλι, το παίρνω 0.90 λεπτά του ευρώ και το χρεώνω 2,50 ευρώ. Εκεί έχω πιο μικρό κέρδος, αλλά δεν με ενδιαφέρει να πουλάω μία μπύρα και να βγάζω πέντε μπουκάλια. Με ενδιαφέρει να πουλάω δέκα και να βγάζω άλλες δέκα. Με συμφέρει να έχω το μπουκάλι 2,50 ευρώ γιατί το καλοκαίρι δίνω οκτώ καφάσια την ημέρα. Ο άλλος που δεν έχει τέτοια κατανάλωση, σου λέει παρ’ τη 5 ευρώ. Πουλάει λίγες, αλλά έχει μεγαλύτερο κέρδος. Δεν νομίζω ότι ο Έλληνας δεν έχει την κουλτούρα του “πίνω μπύρες” και λέμε μονίμως για τους Άγγλους και τους Γερμανούς. Στο δικό μου μαγαζί γιατί πίνουν όλοι πολλές;». 

Το πρόβλημα με την τιμή της μπύρας στην Ελλάδα, είναι ότι δεν υπάρχει ακριβές κοστολόγιο για αυτήν, όπως με τα ποτά. Ο κάθε ένας πουλάει την μπύρα, ανάλογα με το πόσο την πουλάει ο γείτονάς του. Είναι θέμα πιάτσας περισσότερο.

Στο μαγαζί του απασχολεί έναν σημαντικό αριθμό προσωπικού, διαθέτει κουζίνα, πολλές φορές φιλοξενεί ζωντανή μουσική (με ελεύθερη είσοδο φυσικά) κι έχει λειτουργικά έξοδα όπως αντίστοιχα έχει κι ένα μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας. Μπερδευτήκατε; Δεν ξέρετε ποιου το μέρος να πάρετε; 
Ας κάνουμε ένα διάλειμμα, να δούμε ενδεικτικές τιμές της μπύρας σε μερικές ευρωπαϊκές χώρες, με την πολύτιμη βοήθεια του pintprice.com. Να λάβετε υπόψη, ωστόσο, ότι το pint είναι κάτι παραπάνω από 500 ml.
  • Στο Βερολίνο η τιμή της μπύρας ανέρχεται στα 2.73 € / ποτήρι.
  • Στο Λονδίνο, πάμε στα 4.43€.
  • Στο Δουβλίνο, για μία παγωμένη Guiness θα δώσεις 5.07€ / ποτήρι.
  • Στη Βαρκελώνη κοστίζει 3.90€, ενώ στην (αγαπημένη) Μαδρίτη 2.27€.
  • Παραδίπλα στη Λισαβόνα, δηλαδή στον παράδεισο, η μπύρα κάνει 1.59€ το ποτήρι.
  • Και για να έρθουμε πιο κοντά στην Ελλάδα, στη Ρώμη πληρώνεις 4.88€ / ποτήρι. Una faccia, una razza (άλλοι μισθοί βεβαίως)! Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, όσο κατεβαίνεις, η τιμή πέφτει και στον ιταλικό νότο, πιο συγκεκριμένα στη Νάπολη, η τιμή της μπύρας είναι στο 1.94€ / ποτήρι.
  • Στην πόλη του φωτός, Παρίσι, η πίντα τσούζει στα 6.82 € 
  • Στο Άμστερνταμ σβήνεις τη δίψα σου με 4.38€ το ποτήρι
  • Αν επισκεφτείς την Κοπεγχάγη όμως, θα δώσεις 5.80€.
  • Στο Πίλσεν, πατρίδα της μπύρας, πίνεις με 0.82€ / ποτήρι, ενώ στην παραμυθένια πρωτεύουσα της Τσεχίας, Πράγα, με 1.15€.
  • Αν βρεθείς ποτέ στο Ζάγκρεμπ να ξέρεις ότι η μπύρα θα σου κοστίσει 1.63€.
  • Και, τέλος, αφού πιάσαμε το αντολικό μπλοκ, στη Βουδαπέστη το ποτήρι κοστίζει 1.27€
Όπως βλέπετε, υπάρχει μεγάλη διαφορά στην κοστολόγηση της μπύρας στις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις σε σχέση με την Ελλάδα. Μόνο ένας άνθρωπος μπορεί να μας εξηγήσει λοιπόν, τι ακριβώς συμβαίνει. Αυτός που προμηθεύει τη μπύρα στα μαγαζιά.

Ο ιδιοκτήτης της αθηναϊκής κάβας, βάζει τα πράγματα στη θέση τους
«Το πρόβλημα με την τιμή της μπύρας στην Ελλάδα, είναι ότι δεν υπάρχει ακριβές κοστολόγιο για αυτήν, όπως με τα ποτά. Ο κάθε ένας πουλάει την μπύρα, ανάλογα με το πόσο την πουλάει ο γείτονάς του. Είναι θέμα πιάτσας περισσότερο. Τον καταναλωτή όμως δεν τον ενδιαφέρει τι λειτουργικά έξοδα έχει το μαγαζί, αλλά φυσικά να πιει με χαμηλό αντίτιμο. Οι ετικέτες της Αθηναϊκής και της Ολυμπιακής ζυθοποιίας κοστίζουν περίπου 0,75 το μπουκάλι και 63 περίπου ευρώ το βαρέλι σε έναν μαγαζάτορα. Τι γίνεται όμως: οι ζυθοποιίες κάνουν μια έκπτωση της τάξεως του 20% στους επιχειρηματίες στο μπουκάλι και μια πριμοδότηση στο βαρέλι, όπου τους δίνουν 25 ευρώ πίσω. Υπολογίζεται σαν ένα βαρέλι δώρο για τη φύρα που μπορεί να έχει. Αν λοιπόν το βαρέλι κάνει 63 ευρώ, βγαίνει περίπου 0.70 λεπτά το ποτήρι των 330ml. Είναι λάθος, ο άλλος να την πουλάει 4 ευρώ. Για να πέσει η τιμή της μπύρας στην Ελλάδα, πρέπει να αλλάξει η αντίληψη του drink cost από τους ιδιοκτήτες των μαγαζιών».

Εν κατακλείδι, η τιμή της μπύρας είναι φυσικά στη διακριτική ευχέρεια του μαγαζάτορα. Αν η μπύρα είχε πιο φθηνά δεν θα τη βγάζαμε με ένα ποτήρι όλη τη βραδιά, αλλά και τρία και τέσσερα. Επίσης αν η μπύρα δεν κόστιζε 5 ευρώ, κάποιοι μαγαζάτορες δε θα αναγκάζονταν να έχουν «φουσκωτούς» στην πόρτα να ψάχνουν τις τσάντες όσων εισέρχονται στο μαγαζί, γιατί έχουν συμβεί και αυτά στο πρόσφατο παρελθόν της πόλης μας. Επίσης, η αιτιολόγηση ότι προσφέρεται ένα θέαμα δωρεάν και έτσι η μπύρα κοστίζει πέντε ευρώ, έχει μια τρύπα. Έχετε δει ποτέ εσείς την τιμή της μπύρας να πέφτει, όταν φιλοξενούν κάποιο live ή DJ act και τελικά βάζουν είσοδο;
Καλούμαστε να συμβιβαστούμε. Ή μήπως να υπολογίσουμε πόσα χαλάμε για μπύρες μέσα στο μήνα, να τα βάλουμε στην άκρη και να κλείσουμε αεροπορικά για Τσεχία;

source
Τα πάντα για την μπύρα τις Μικροζυθοποιίες και το homebrewing

Ένα brew day ξεκινά ουσιαστικά κάποιες μέρες πριν, βάζοντας την μαγιά μας, ξηρή ή υγρή, σε μια διαδικασία αερόβιας ζύμωσης κατά την οποία δυναμώνει, αποκτά μεταβολισμό και πάνω από όλα πολλαπλασιάζεται. Αν λογιστούμε ότι τα στελέχη μύκητα μετά το τέλος της ζύμωσης του γλεύκους περίπου τριπλασιάζονται τότε εύκολα καταλαβαίνουμε ότι και με ένα starter (το γυάλινο δοχείο στην ουσία) για δυο μέρες η μαγιά μας θα προλάβει να δημιουργήσει απογόνους.

Με το Stir Plate λοιπόν "ξυπνάμε" τη μαγιά και την οξυγονώνουμε πριν τη ρίξουμε στον κάδο για τη διαδικασία της ζύμωσης. Αυτό συνιστάται όταν έχουμε φυλαγμένη μαγιά στο ψυγείο καιρό, ή απο κάποια παλαιότερη παρτίδα μπύρας που φτιάξαμε. Επίσης αν θέλουμε να πολλαπλασιάσουμε τη μαγιά για μεγαλύτερες παρτίδες κλπ. Για να φτιάξετε μόνοι σας ένα τέτοιο αναδευτήρα θα χρειαστούν μερικά φθηνά υλικά, που ίσως να τα έχετε στην αποθήκη σας (παλιός Η/Υ). Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις για την κατασκευή του.


Τα υλικά που θα χρειαστείτε:
  • 1 πλαστικό ή ξύλινο κουτί περ. 20x15x5cm
  • 1 ανεμιστήρα Η/Υ 12volt
  • 1 μετασχηματιστή 9-12volt DC
  • 1 μαγνήτη μακρόστενο περ. 3cm ή 2 μικρότερους 
  • 1 δυνατή κόλλα 
  • 1 ρυθμιστή τάσης ανεμιστήρα Η/Υ
  • 1 stir bar
  • 1 δοχείο Erlenmeyer ή ένα βάζο 1.000-2.000ml
  • Κολλητήρι, καλάι, μονωτική ταινία 
  • ...φρέσκια μπύρα για να πίνετε κατα τη διάρκεια της κατασκευής


Τα βήματα: 
  • Ανοίγουμε τις απαραίτητες τρύπες στο κουτί. 
  • Κολλάμε τον/τους μαγνήτες στο κινούμενο πάνω μέρος του ανεμιστήρα.
  • Κάνουμε τις απαραίτητες συνδεσμολογίες μεταξύ του ανεμιστήρα-τροφοδοτικού-ρυθμιστή τάσης.
  • Κολλάμε τον ανεμιστήρα στο κέντρο του κουτιού. Αν χρειάζεται μπορούμε να τοποθετήσουμε ενα κομμάτι φελιζόλ απο κάτω. Προσέχουμε ο/οι μαγνήτες να βρίσκονται στο πάνω μέρος του κουτιού, πολύ κοντά στο τοίχωμα.
  • Τοποθετούμε το led, τον διακόπτη και το βύσμα υποδοχής ρεύματος στις σωστές τρυπες στο κουτί.
  • Κλείνουμε το κουτί (το βιώνουμε).
  • Έτοιμο το Stir Plate μας.